| Ήτανε λέει μια θεά
που κράταγε στα χέρια
λουλούδια και μαχαίρια
και γέλαγε κρυφά.
Όποιον με άνθη έρραινε
του έκλεβε το μυαλό
και την ψυχή του γήτευε
με κόσμο απατηλό.
Σ' όποιον μαχαίρι πέταγε
του μάτωνε τη καρδιά
και τη ζωή του τύλιγε
με σίδερα και καρφιά.
Δεν κράταγε λογαριασμό
με ζύγι και καντάρι
στην τύχη λες σημάδευε
κι ο χάρος όποιον πάρει.
Μα μην γελιέστε οι τυχεροί
ξυπνήστε απ' το μεθύσι
κι αν όλα σας ήρθαν βολικά
μπορεί στην τελευταία ριξιά
όλα να τα γκρεμίσει.
Κι εσείς που ατυχήσατε
και με πληγές γεμίσατε
τίποτα πιά δεν χάνετε.
Ακόμη κι αν έτσι σβήσετε,
πονέσατε, άρα ζήσατε !
Α, ρε αμείλικτη Θεά
παίζεις με τις ζωές μας
δεκάρα δεν δίνεις για καμιά
μα πίσω έχ' η αχλάδα την ουρά...
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|