|
Σε δράκου στόμα τον αγκώνα ακουμπάς
είναι ο χρόνος αυταπάτη, σε μαγεύει
μέτρα μονάχα με τους κτύπους της καρδιάς
έλα πιο πίσω ο αιώνας σε παιδεύει.
Σε κάθε τέλος εποχής
διωγμός αδέσμευτης φυλής
ξένα τα σύνορα που μόνος διασχίζεις
γοργό το βήμα σα μαστίγιο σε πονά
είν’ το ταξίδι μακρινό, λες δε λυγίζεις.
Είναι αλλόκοτη η ρότα του μικρού
κάτω από άγνωστο θεό η προστασία
το πλήθος ζήτησε το στίγμα του αριθμού
να χάσει θέλησε την πρώτη απορία.
Η κιβωτός πάλι δε βρίσκει τη στεριά
πρύμνη ή πλώρη ποιος θα δώσει σημασία
το περιστέρι επιστρέφει λίγο αργά
από Ευρώπη, Αμερική, ίσως κι Ασία.
Οι πέντε ήπειροι στο γήινο καμβά
γυναίκα η θάλασσα που άσκοπα δακρύζει
σε ποιον ανήκει δε γνωρίζει και ξεχνά
τάχα ενώνει τελικά ή διαχωρίζει;
Δέλτα του Νείλου κι ένας δάσκαλος πονά
μπρος το χαμόγελο του γέρικου πλανήτη
όλα ξεφύγανε σε άτακτη τροχιά
βρες το σημάδι του παλιού του διαβήτη.
Γύρευες νόημα, σκοπό, χρησμό σου δώσαν
ήταν οι λέξεις ζωντανές σ’ ονείρου γλώσσα
μια κιβωτός, μια θάλασσα, ένα ευαγγέλιο
απόκρυφο, σκεπάστηκε μ' ένα σου γέλιο.
[I]Όταν περάσει ο καιρός και θυμηθείς της Αλεξάνδρειας τα καμένα σου τετράδια
που μελετούσες με το φως της αστραπής όταν τα βάθη της ψυχής ένιωθες άδεια...
άδεια από σθένος και αγάπη κι είπες "είδα εμπρός στα μάτια μου ξανά την Ατλαντίδα"
πώς να γυρίσεις και ξανά να πορευτείς;
Xωρίς πυξίδα ήσουν συ ταξιδευτής δίχως πατρίδα...[/I]
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 11 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|