| Κηπαίο ανθούλι……
Βασίλη Χ. Ταρνανίδη
Ανέμελα ‘πιπόλαζες και λικνιζόσουνα
στα κύματα του χρόνου, κηπαίο ανθούλι,
όταν των άλλων μέστων’ ο καρπός
και έσφυζ’ ο οπός της γνώσης.
Παράφωνα, παράταιρα κι οχλητικά
τα άλγη του αγώνα τους ηχούσαν,
όταν σύμπλατα ‘συ
δεμένος στ’ Οδυσσέα το κατάρτι
άκουγες σειρήνες!
Κι όταν αγκομαχούσ’ ο ήλιος στ’ ουρανού
την ανηφόρα καθώς το άγημά του
κουβαλούσε την κυρά του την ημέρα
και θαμά, κάθε πρωί στην ίδια ράγα
στο ίδιο τ’ άρμα του ζεμένος
για να προλάβει να βλαστήσει
και ν’ ανθίσει ο καρπός,
θώκο καλόκωλο
στην αιώρα της βόλεψης τ’ ονείρου μελετούσες
κι αντιπερνούσες του χρόνου τα μετρήματα.
Μα ήρθε η ώρα η περασμένη,
π’ όσμησες αγριολούλουδο! Κηπαίο ανθούλι!
Και τότε πάγωσε το βλέμμα σου
στην κόγχη του αιώνα! Κι’ ήταν σκοτάδι! Έρεβος!
Κι’ άστραψαν δέκα χιλιάδες ήλιοι περασμένοι
μα, γυάλωσε το φως τους! Και μια σου
αδέξια κίνηση σε θρύψαλα απέρριψε
στη χοάνη του σύμπαντος!
Κουράστηκ’ ο Θεός και δε ξανάπε «γεννηθήτω»!!
[B]
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|