Οι τεράστιοι Απόλλωνες
Χωράνε
Στα μικρότατα υπόγεια
Των γλυπτών
Με το τσίγκλισμα της λύρας τους
Ενδύουν
Τη ‘χοιβάδα που τούς ‘γέννα
Σ’ άλλο φως…
…και σε χίλιους και χιλιόμορφους
υάκινθους
Ως με μιας μετουσιώνουν τις γουβιές
Τις στεγνές και τις ξενύχτικες
Κουμπότρυπες
Του θεού-δημιουργού τους
Π’ όλην ώρα
την αρχέγονη…
και μέλλουσα…
και άπειρη…
Την τελεία που τους τρέχει
οραματίζονται.