| ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΩΡΑ ΤΟΥΣ…και ο κολιός τον ΑΥΓΟΥΣΤΟ…
Ξύπνησα ένα πρωί και έβαλα κουστούμι
γραβάτα έβαλα ριγέ και βάστηξα μπαστούνι
Βγήκα στη πίσω την αυλή και έκοψα λουλούδι
στο πέτο έβαλα ,λευκό αμάραντο ζουμπούλι
Πέρασα στ’ αντίκρυ το στενό και σφύριζα στ αγέρι
ρυθμούς ανέμελους ,τρελούς κουνούσα και το χέρι
Γύρω πουλιά σφυρίζανε μου κάνανε παρέα
η φύση με αγκάλιαζε περνούσαμε ωραία.
Η ώρα έφευγε απλά ,απλά με χαιρετούσε
κι όταν κάτι με πείραζε αυτή δε σταματούσε
Το γέλιο έφερνε κοντά κι έδιωχνε τη μπόρα
ομπρέλα είχα τη χαρά ,φρένο στη κατηφόρα
Ώσπου μια μέρα λαμπερή ήρθε ο έρωτας μου
ευθύς αμέσως η αυγή έγινε γείτονας μου
Στο πέτο το λουλούδι μου μαράθηκε και πάει
δεν άντεξε την ομορφιά ,την ομορφιά του Μάη.
Τώρα ξυπνάω το πρωί και βάζω μπλουτζινάκι
κι από γέρος τώρα γω ,μοιάζω με παιδάκι
Μακό μπλουζίτσα με τον Τσέ φοράω και μαντήλι
και τον γρουσούζη γείτονα κατέβασα καντήλι.
Περνώ στη πίσω την αυλή τον φράχτη τον πηδάω
είμαι ένα τινέιτζερ σωστός στο πάρκο δε σφυράω
Εσένα ψάχνω για να βρώ να δεις πως σε θαυμάζω
με όλα της γής τα αρσενικά για πάρτη σου τα βάζω
Μα σκέφτηκα χωρίς το νοικοκύρη χρόνο
Κι από τη μέση μου ευθύς βγαίνει μεγάλος πόνος
Τι το θελα ο έρμος εγώ νέος να γίνω στα σαράντα
Τώρα τη βγάζω καθαρή με τσάι στη βεράντα
Τα χάπια μου ανελλιπώς τα παίρνω δεν ξεχνάω
Τις βόλτες άφησα ξοπίσω και βαστάω
μπαστούνι πια να κρατηθώ και όχι για να γυρίζω
Είμαι ένας γέρος και μισός όσο κι αν σφυρίζω.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|