Το αναφιλητό μου κινδυνολογεί απέναντι στην ψευδαίσθηση
Μηρυκάζω τη φωνή μου για να μεστώσει μες σε μια ανήθικη ηθική
Τα σάλια μου λασπόνερα από βάλτους που με καταπίνουν
Στο τέλος λογοδοτώ σε μια ματωμένη ανάμνηση
Πατώ εκεί που το κορμί στέκει βουβό
Τα δάκρυα φάρος μιας πράξης μισής και μια εμμονής να ζω δίχως φραγμό
Αρνούμαι την ματαιότητα της λύτρωσης
Επικαλούμαι την άφθαρτη ηδονή
Η σκέψη αναπνέει σε δίαυλους καπνού
Και εκπληρώνομαι