| Πάνε εκείνες οι μέρες
που πέρναγαν
κεντώντας τα όνειρά μου.
Ανέγγιχτη
ακόμα από τα μυστήρια
αγνοούσα τους κυρίαρχους
που μας καταδίκασαν
σε σκοτάδια
που μήτε η σκέψη
μπορούσε ν`αναδυθεί.
Μάθαμε ν`αντιμετωπίζουμε
με δυσπιστία
κάθε καλοπροαίρετη διάθεση
και στοιχιώσαμε τις ζωές μας
με εφιάλτες
της φαντασίας και της μνήμης.
Μα είναι η ασυμβίβαστη
φύση μου
και η ουράνια αλχημεία
του τόπου μας
που με προστάτευσε.
Και με ρούφηξαν
οι σκιές του χρόνου
και κατρακύλησα
μαζί με τον ήχο
στα στενά πλακόστρωτα σοκάκια.
Μέτρησα τους αιώνες
τους σημειωμένους με αίμα,
ακούμπησα να ξαποστάσω
στον κορμό
μιας χιλιόχρονης ελιάς
και σκέφτηκα...
Είναι ο λαός μου αυτός,
ο σημαδεμένος
από το πέρασμα του χρόνου,
μα με ρίζες
που μπήγονται βαθιά στη γη
και κλαδιά
που καρποφορούνε ακόμα.
Κι ένιωσα τη δύναμη
να στροβιλίζεται μαζί μου
κι άφησα πίσω μου
τα θολά πάθη
που με συντάραζαν.
Και δεν ήθελα πια να είμαι
ούτε από την πλευρά
αυτών που προξενούν,
ούτε από την πλευρά
αυτών που υφίστανται.
Ήθελα να είμαι
το σφάλμα
που θα φέρει την αλήθεια
και η ανεύρετη ρωγμή
που θα τρίξει
το εφιαλτικό οικοδόμημα.
Τότε ίσως σταματήσουν
να έρχονται στα όνειρά μου,
τα παιδιά με τα κουρασμένα μάτια...
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|