| Μ’ έχει ζηλέψει το βουνό και τόπε στο λαγκάδι,
πως παίρνω την αγάπη της και το γλυκό της χάδι.
Εζήλεψε κι η θάλασσα και τόπε εις τον βράχο,
“Θα ησυχάσω μονομιάς την τύχη του αν θάχω.”
Κι ο βράχος αποκρίθηκε “Αυτόνε αγαπάει,
το κύμα απ’ τη λύσσα σου εμένα ας χτυπάει.”
Εζήλεψε ο άνεμος κι αρχίζει να φυσάει,
στο δέντρο πάνω ξέσπασε και τα κλαριά του σπάει.
“Για σένα η κατάσταση είναι χλωμή και γκρίζα,
και ας φυσήξεις δυνατά και βγω από τη ρίζα.”
Κι αυτός το εξερίζωσε μ’ αυτό δεν σταματάει,
“Ότι κι αν κάνεις άνεμε αυτόνε αγαπάει.”
Κι ο άνεμος στον ουρανό έτρεξε για βοήθεια,
“Παρακαλώ σε ουρανέ για πες μου την αλήθεια.
Τόσο πολύ τον αγάπα; τόσο πολύ τoν θέλει;"
κι ουρανός απάντησε “Εσένα τι σε μέλλει;”
Του είπε την αγάπη αυτή να πάψει να ζηλεύει,
και τιμωρία του ‘βαλε την μέρα να θεριεύει.
Για να δροσίζει όλη την γη απ’ τον καυτό τον ήλιο,
μα όταν η νύχτα έρχεται να μην κουνιέται φύλο.
Γι αυτό όλοι να ξέρετε αιτία είναι εκείνη,
που το μελτέμι τις βραδιές θρόισμα έχει γίνει.
|
![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | | Στατιστικά στοιχεία | | ![](skin/images/spacer.gif) | | Σχόλια: 7 Στα αγαπημένα: 1
| | ![](skin/images/spacer.gif) | | | | ![](skin/images/spacer.gif) |
|