| Είπε ήλιος στο βοριά “Εγώ θα την ορίζω,
θα της μαυρίζω το κορμί και ας την τσουρουφλίζω.”
Κι ο βοριάς απάντησε “Εγώ θα την ορίζω,
θε να φυσάω δυνατά και θα την εδροσίζω.”
Η νύχτα το καυχήθηκε “Εμένα δεν γλυτώνει,
της λέω την καληνύχτα μου με το γλυκό τριζόνι.”
Kαι τότε δεν εβάσταξε και γέλασε η μέρα,
“Του κόκορα το λάλημα της λέει καλημέρα.”
Είπε η πόλη στο χωριό “Σε μένα ζει και μένει,
και από σε που ‘σαι μακριά τι άραγε προσμένει;”
Και το χωριό απάντησε “Τι λες πόλη καημένη,
όλο το χρόνο για να ‘ρθει σε μένα περιμένει.”
Και τότε εγώ δεν άντεξα την είπα την κορώνα,
πως γάιδαροι μαλώνανε σε ξένο αχυρώνα.
“Γιατί τσακώνεστε καλέ κανείς δεν έχει τύχη,
η κοπελιά παντοτινά σε μένανε ανήκει.!!!”
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|