Κι εγώ σαν τον φοίνικα, αναβιώνω από την στάχτη μου.
Η αγάπη και το μίσος (93)
Πάλεψ' η αγάπη στο μαντρί
μ' αντίπαλο το μίσος
χτυπάει το μίσος με σπαθί
η αγάπη με τα χέρια
Βγαίνει το αίμα απ' το σπαθί
λουλούδια απ' την αγάπη
κόβει λουλούδια το σπαθί
βγάζ' η αγάπη κρίνα
Κι εκεί που εμαλώνανε
- το αίμα αυλάκι τρέχει-
βλέπει το μίσος την καρδιά
- που όλο αγάπη έχει-
με στεναγμούς να κλαίει
«τι έχεις και κλαις δειλή καρδιά;
αφήνεσε; μου αφήνεις πάνω χέρι;
ή μήπως πόνεσες πολύ
και θέλεις να παραδοθείς;»
«Δε θέλω να παραδοθώ,
κι ούτε ποτέ το κάνω
μα είδα σε και πόνεσα
είσαι και σύ αδέρφι.
Είδα πως δίχως σένανε
κι εγώ δε θα υπήρχα
είδα πως συ'σαι η δύναμη
που μ' έκανε να λάμπω.
Και τώρα αν θέλεις κόψε με
στα δύο με την σπάθα
εγώ δε θα αντισταθώ
θα κάτσω να με κόψεις
για ν' αποδείξω πως και συ
τιμή έχεις όπως έχω»
Παίρνει φόρα το σπαθί
τσακίζει την αγάπη
κι ο κόσμος όλος έπεσε
σε δυστυχία μεγάλη.