| Πολλές, πολλές φορές, συνήθως νύχτα
ως κορυφαίος σ’ αόρατο χορό
σ’ ενός θεάτρου μπαίνω την ορχήστρα
μήπως και δω από μηχανής θεό
με θέλγει το κυνήγι του αδυνάτου
του ανέφικτου σαν να με ωθεί η φωνή
να απεκδυθώ τη σάρκα του θανάτου
και να ντυθώ με αθάνατη στολή
[I]όμως ποιος έδεσε θαλάσσης κύμα;
ποιος τα βαλε ποτέ με τον καιρό;
ποιος θύτης ερωτεύτηκε το θύμα;
ποιος είδε πέρα απ’ το άμεσα ορατό;[/I]
πολλές, πολλές φορές γυρίζω πίσω
για να σ’ αγγίξω πλάσμα της νυκτός
ρωτώ τι αγαπάς να το αγαπήσω
και τι μισείς κι εγώ να το μισώ;
δίνω στην φαντασία μου τα σκήπτρα
κι αυτή όπως το μυαλό μου κυβερνά
νιώθω στον κόσμο τώρα σαν να ήρθα
και πως το σώμα παύει να γερνά
[I]όμως ποιος χάιδεψε τ’ αέρα την κόμη;
ποιος άνοιξε τις πύλες του ουρανού;
Ποιος ζήτησε απ’ τη ζωή συγνώμη;
ποιος ήπιε από το φως του φεγγαριού;[/I]
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 5 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|