|
[color=black][font=georgia]Πιάνει η ανάσα το αδράχτι , φιλί γαλάζιο πλέκει
Και η κουστωδία έξι ήλιων χάραξε γραμμή
Για εκεί που είναι των νεκρών ερώτων το άφωτο στέκι
Μετεωρίζομαι κι εγώ μαζί τους για μια στιγμή
Είναι που βρίζει η θάλασσα με κύματα σωρό
Είναι που η πεταλούδα επάνω στα μαλλάκια σου σφαδάζει
Γεύομαι άνθη κι έναν λυγμό
Και στα παλάτια των ματιών σου η νύχτα με ανεβάζει
Η νύχτα αυτή αρχαίων σταυροφοριών, γυναίκα αβρότατη
από εμένα τον φονιά , τον ελευθερωτή , τι περιμένει
φαντάζει ξένη , ή μήπως φταίει που κρύφτηκα στου χρόνου την πτυχή
ή απ’ τον σεισμό χεριών πεσμένων, η καρδιά μου να τρέμει
Έξι ήλιοι μεστώσανε και δεν τους μάζεψε κανείς
Κανείς και σάπισαν στον ουρανό επάνω
Να κάνω μια απόπειρα ανήθικης συγκομιδής
Γυμνώνεται και η θάλασσα στον κάθε πορτολάνο
Πνευμόνια, λαρρύγγια , στόματα , ξηρός αέρας
Πιάνει η ανάσα το αδράχτι και τα γεμίζει μύθους
Για κάποιους που δεν άντεξαν στο τέλος της ημέρας
Για κάποια χερουβείμ στο κλασικό χειρουργικό τραπέζι
Η θύελλα που κυκλοφόρησε έξαφνα σαν σημείο στίξης
Σαν σημείο στίξης του ουρανού έβαλε θαυμαστικό
Πλασμένη από χώμα κρατικό , μικρή πατρίδα πώς να ανοίξεις
Για να δεχτείς της νύχτας λίγο υλικό, ένα κομμάτι γρέζι
Υποταγμένη αγάπη στα ρεύματα τα λυρικά
Και στα απρόσιτα, πλέον , διάσελα τα σκιώδης της ντροπής
Γεννήθηκε τώρα κι άλλος ήλιος , βρέφος κι είναι ήδη χρόνια επτά
Χάραξε κι αυτός δική του γραμμή, ακολούθησε τη να μας βρεις.. [/color][/font]
{Α}
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 9 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|