|
Καθόταν πλάτη με πλάτη, δίπλα στη θάλασσα
Εκείνος ώριμος ενήλικας, κομματάκι αιρετικός στις απόψεις του για τους πολλούς
Κάπνιζε και κοιτούσε τον καπνό να χάνεται στον ορίζοντα
Κι ο ωραίος έφηβος δίπλα του, με τα σγουρά του μαλλιά να παίζουν με τον Απηλιώτη, μασούσε ηλιόσπορο και βουτούσε τ’ ακροδάχτυλα των ποδιών του στο νερό
«Όταν πεθαίνουμε που πάμε;», ρώτησε ο νέος
«Στις καρδιές όσων μας θυμούνται», απάντησε εκείνος σαν έτοιμος από καιρό
«Κι ο Θεός, υπάρχει Θεός;», επανήρθε γελώντας ο νέος με τα σγουρά μαλλιά, μα εκείνος είχε ήδη αρχίσει το σκαρφάλωμα για το κατάλευκο ξωκλήσι πάνω στα βράχια
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|