[B][color=purple]Η νεαρή Μαρλίν βάδιζε ανέμελη στο πάρκο που περνούσε.Οι μελωδίες των πουλιών έφταναν στην ακοή της ως ερωτικές καντάδες που έστελνε το ένα σπουργίτι στο άλλο. Οι πεταλούδες ντύθηκαν με τα πολύχρωμα φτερά τους,σαν νύφες στολισμένες και σαν έμψυχα στολίδια διακοσμούσαν τα λουλούδια του αγρού,δίνοντάς τα περίσσια χάρη και ομορφιά.Εκείνα ήταν οι άγγελοι και οι πεταλούδες τα φωτοστέφανα.Άρχισε σιγά σιγά να ψιχαλίζει,ο ήλιος να κρύβεται από γκρίζα σύννεφα και να πέφτει δειλά κάτασπρη βροχή.Η Μαρλίν δεν είχε μαζί της τη βυσσινί της ομπρέλλα και ένιωθε τις ψιχάλες να χαϊδεύουν τα κυματιστά της λιτά μαλλιά.Ένιωθε να στάζουν ουράνιες δροσοσταλίδες που ενώθηκαν με τα δικά της δακρυσμένα μάτια! Περπατούσε στη βροχή και μετά από λίγη ώρα,έφτασε στο δωμάτιό της,κοιτάζοντας από το τζάμι.Η βροχή είχε δυναμώσει και ξέπλενε τους έρημους δρόμους,τις απάτητες αυλές,τα ξύλινα αδεινά παγκάκια.Άρχισε όμως η βροχή να γίνεται εκδικητική και να μαστιγώνει αλύπητα τα δέντρα,τα χορτάρια και τα λουλούδια που εκείνη τόσο αγαπούσε.Άκουγε μόνο τον ήχο της βροχής να χτυπά το παραθύρι της και εκείνη αδύναμη και κουρασμένη αποκοιμήθηκε γλυκά στο μαλακό της κρεβάτι. Η βροχή είχε πλέον σταματήσει,μα η Μαρλίν έβρεξε με τη δική της βροχή το στεγνό της μαξιλάρι.[/color][/B]
[color=fuchsia][B]Ο κόσμος μέσα απά τα καστανά μου μάτια.