| [align=center]
Ήτανε κάποτε ένας πράσινος καναπές( ακόμα είναι).
Είχε λίγο από τη γεύση ενός κυπαρισσιού, μια νότα από
πευκοβελόνες και λίγη πρέζα από την ανάσα σμαραγδιού.
Και κάπου εκεί στην άκρη του, είχε και μια τρύπα, από την
πύρινη γλώσσα ενός τσιγάρου. Davidoff.
Ζούσε ( ακόμα ζει)σε ένα σπίτι πενήντα τετραγωνικών μεταξύ γης και ουρανού.
Δεν είχε εμπειρίες στις δημόσιες σχέσεις, πρωτάρης γαρ.
Ακόμα φορούσε νάιλον καφτάνι προ ολίγων μηνών.
Σα μωρό ήτανε(μεγάλωσε πια), νεογέννητο, που παίρνει σιγά σιγά τη μυρωδιά της μάνας.
Μαζί του κάνανε παρέα ώρες βασανιστικές. Από κείνες που έρχονται και μπαστακώνονται,
και σαν τεμπέλες γάτες χουρχουρίζουν αναίσθητα δίπλα στο τζάκι της μοναξιάς.
Από κείνες που μεγαλώνουν και γίνονται μέρες αργόσχολες, καθισμένες σε μια καφετέρια
για να πιουν ένα fredo espresso ( ο φραπές ο συγχωρεμένος απεβίωσε…ή μάλλον τον δολοφόνησαν οι μαφιόζοι ) σε τέσσερις ώρες.
Και οι αργόσχολες μέρες με τη σειρά τους γερνάνε και αλλάζουν φύλο , έτσι για την εμπειρία. Μεταμορφώνονται λοιπόν σε χοντρούς και δυσκίνητους μήνες.
Σ’όλη αυτή την εξέλιξη των ειδών, στάσιμα έμειναν μονάχα κάτι ρολόγια
με σπαστική φωνή! Που μέσα στη νέκρα της μεσημεριανής σιέστας, μέσα στην ανελέητη βροχή ενός παγερού χειμώνα , στη νυχτερινή σιγή που ταράζεται από κλάματα βρέφους του πάνω ορόφου, μ’ένα στόμα , στο ίδιο τέμπο κάνουν: τικ τακ τικ τακ.
Όμως στέκεται και κάτι άλλο , ακίνητο, ανέκφραστο,απαθές . Ένα κορμί.
Μια ανθρώπινη μάζα, ενός μέτρου και εβδομήντα εκατοστών (βάρους αγνώστου ταυτότητας), κουλουριασμένη σε μια γωνία. Πράσινη.
Σε σχήμα σίγμα τελικό, με ευλυγισία που αγγίζει τα όρια της ενόργανης γυμναστικής,
τα χέρια ακουμπούν τα πόδια και το κεφάλι βρίσκει παρηγοριά στη ζεστασιά του στήθους.
(βολικού στήθους ομολογουμένως).
Ένα σώμα που αγκαλιάζει τον ίδιο του τον εαυτό για να μην κρυώνει ( ακόμα και αν τα καλοριφέρ χτυπάνε 20ωρο εργασίας), που προσπαθεί να μειώσει την ύπαρξή του , που θέλει να εξαφανιστεί σε κόσμους μοριακής βιολογίας και να ζει σαν μια αδιάφορη διάφανη κουκκίδα του απείρου.
Με μόνη συντροφιά έναν πράσινο καναπέ χωρίς ιδιαίτερες γνώσεις στις δημόσιες σχέσεις και στις κοινωνικές συναναστροφές. Μπορεί να μη γνωρίζει όλα αυτά, αλλά έχει την ευτυχία/δυστυχία να γνωρίζει το βάθος μια ανθρώπινης ψυχής. Γυναικείας ( τρέχα γύρευε δηλαδή). Έχει νιώσει στην πρασινάδα του Είναι του, δάκρυα ποτισμένα με καλή ρωσική βότκα, έχει σηκώσει μαύρους κύκλους από την αϋπνία , έχει καλωσορίσει στεναγμούς , έχει αποκοιμίσει γεμάτες σκέψεις με λίγο τίποτα και μπόλικο καθόλου.
Ένας μικρός καναπές, καινούριος αλλά ήδη φθαρμένος, έχει μπει απότομα σ’αυτό που λένε: ‘’ Και τώρα τι; ‘’. Πλήρης ταύτισης.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 15 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|