| Ε ναι λοιπόν...
Νύχτα στη νύχτα ξημερώθηκαν οι φόβοι μου.
Κατάφερα κι εκείνους να τους κάνω να χορέψουν
ένα ταγκό με παρτενέρ τους το φεγγάρι
ώσπου με ξέχασαν
και κίνησαν για το παραπέρα τo αγκάλιασμα του πόνου.
Άφηναν χνάρια μέχρι που ‘φτασα να σ’έβρω
Κι ήρθα βαριά όπως το πάτημα της μοίρας
Κι εκεί που ξημερώνεσαι
βαθύ σκοτάδι φέρνω
Πέφτει απ’την όψη μιας ροδιάς
καρπός μεστός
Τη σφραγισμένη ευτυχία μου να πνίξει
Νευτώνειοι λόγοι υπομονής
ίσως και αδιαλλαξίας.
Πόσο ανθρώπινα εκδικούνται κι οι ιδέες
Να δεις που ξέχασαν κι αυτόν τον εφευρέτη τους ακόμα
τον πανάγαθο όμηρο , τον λάτρη του υπερβατικού
και διάλεξαν εμένα να παιδεύουν
Όσο αντέξω.
Μα ποιος τίς φτάνει;
Θαρρεις πως βάζουνε στους ώμους τους τα διάφανα φτερά
γοργοπετώντας να ξεφύγουν στους αιθέρες
Κι έτσι απομένω μόνη μου
να κάθομαι να ορμηνεύω οιωνούς
Νύχτα στη νύχτα
στο σκοτάδι.
Κάπου μεσάνυχτα και κάτι
πώς να τρύπωσε και πάλι στα σεντόνια μου ο ιδρώτας;
Απόψε λέω να στραγγίξω τ’άσπρο ύφασμα’
Πολύ το θέλησα , αδημόνως
τη σκουριά σου να εξορύξω από ένα όνειρο.
Κι ύστερα ας πω πως έζησα διάφανη.
Τα όνειρα έτσι κι αλλιώς μένουν στα λόγια.
Κι έπειτα φόβος, μόνο φόβος...
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|