| Στίχοι: Νίκος Καββαδίας
Μουσική: Ξέμπαρκοι
Πρώτη εκτέλεση: Ξέμπαρκοι
Στο ημερολόγιο γράψαμε: « Κυκλών και καταιγίς ».
Εστείλαμε το S.O.S. μακριά σε άλλα καράβια,
κι εγώ κοιτάζοντας χλωμός τον άγριο Ινδικό
πολύ αμφιβάλλω αν φτάσουμε μια μέρα στην Μπατάβια.
Μα δεν λυπάμαι μια σταλιάν Εμείς οι ναυτικοί
Έχουμε, λένε, την ψυχή στο διάολο πουλημένη.
Μια μάνα μόνο σκέφτομαι στυγνή και σκυθρωπή,
που χρόνια τώρα και καιρούς το γιο της περιμένει.
Θεέ μου! είμαι μοναχά δεκαεννιά χρονών,
κι έχω σε μέρη μακρινά πολλές φορές γυρίσει.
Θεέ μου! έχω μιαν άκακη, μια παιδική καρδιά,
Αλλά πολύ έχω πλανηθεί, κι έχω πολύ αμαρτήσει.
Συγχώρεσέ με ... Μια βραδιά θολή στο Σάντα Φε,
καθώς κάποια με κράταγε σφιχτά στην αγκαλιά της,
ετράβηξα απ’ την κάλτσα της μια δέσμη από λεφτά
που όλη τη μέρα εμάζευεν απ’ την αισχρήν δουλειά της.
Κι ακόμα, Κύριε... ντρέπομαι να το συλλογιστώ,
(μα ήτανε τόσο κόκκινα και υγρά τα ωραία του χείλια
και κάποια κάπου ολόλυζε κιθάρα ισπανική...)
κοιμήθηκα μ’ ένα μικρόν εβραίο στη Σεβίλλια.
Κύριε... τούτο το κορμί το τόσο αμαρτωλό
σε λίγο στις υδάτινες ειρκτές νεκρό θα πέσει...
Μα τέσσερα όμως σκέφτομαι γαλόνια εγώ χρυσά
Κι ένα θλιμμένο δόκιμο, που δε θα τα φορέσει...
| | Lyrics: Nikos Kavvadias
Musica: Xebarkoi
Prima esecuzione: Xebarkoi
Nel diario di bordo abbiamo scritto: "Ciclone e uragano"
Abbiamo mandato l' S.O.S lontano ad altre navi,
e mentre pallido guardo il furioso Indiano
dubito che Batavia guadagneremo un giorno.
Se mi dispiace? neanche un po'. Noi marinai
abbiamo, dicono, l'anima al diavolo venduta.
Solo penso a una mamma addolorata e cupa
che da tanti anni e tempeste aspetta il suo figliolo.
Mio Dio ! Ho solamente diciannove anni,
e tante volte sono stato in posti anche lontani.
Mio Dio ! il mio cuore è innocente un cuor di bimbo
Ma quanto ho io ingannato e quanto ho io peccato.
Perdonami...In una sera fosca a Sante Fè
mentre una tale mi stringeva forte al petto,
da una calza le ho sfilato i soldi in un sacchetto
raccolti in tutto un giorno del suo lavoro laido.
E anche, Signore... solo a pensarlo mi vergogno
(ma così umide e rosse erano le sue labbra belle
e di là ci veniva di chitarra spagnuola un suono...)
a Siviglia con quel piccolo Ebreo io ci ho dormito.
Signore...questo mio corpo tanto peccatore
nelle prigioni d'acqua cadrà morto entro poco...
Ma io ma io penso a quattro galloni d'oro
e a un povero allievo marinaio, che mai li porterà...
| |