| Στίχοι: Φοίβος Δεληβοριάς
Μουσική: Φοίβος Δεληβοριάς
Πρώτη εκτέλεση: Φοίβος Δεληβοριάς
Γεννιέσαι την έχεις μητέρα
πηδάς στον αέρα σκας στο πάτωμα
εκείνη σε βάζει στην κούνια
στα μάτια σαπούνια και γαλάκτωμα
Σου δείχνει πώς κάνει η πάπια
και μοιάζει με κάποια που `χες γκόμενα
στο μέλλον με τ’ άσπρα φωτάκια
και με τ’ αστεράκια τα φλεγόμενα
Μετά που σε στέλνουν σχολείο
στο δίπλα θρανίο εκείνη κάθεται
μικρή με τα ροζ κοκαλάκια
και τα ποιηματάκια που θα μάθετε
Για να σε προσέξει ρεψίματα κάνεις
χτυπιέσαι στους δρόμους πλακώνεσαι
της σπας με νεράντζια τα τζάμια
κι από την ταράτσα πηδάς και σκοτώνεσαι
Σηκώνεσαι κι είσαι δεκάξι
βαριέσαι στην τάξη γράφεις ποιήματα
το στήθος της θέλει να σπάσει
κυλιέται στα δάση και στα κύματα
Ποιος στίχος σου θα τη χωρέσει
που θέλει να αρέσει στους ακέφαλους
που δίνει φιλιά μες στα δόντια
κι ανοίγει τα πόδια σ’ άγνωστους φαλλούς
Την ψάχνεις το σκας απ’ το σπίτι
σε σέρνει απ’ τη μύτη αυτό το βάλσαμο
αυτή η μυρωδιά από γαζία
αυτή η τυραννία σε τραβά ενώ
Κανένας βοηθός δεν υπάρχει
να πει τι έχεις πάθει τι σε πόνεσε
κι εκείνη δε λέει να κοιτάξει
γκαζώνεις τ’ αμάξι χτυπάς και σκοτώνεσαι
Λοιπόν έχω βγάλει και δίσκο
και πάλι δε βρίσκω εκείνο που `θελα
πριν βγω στη σκηνή νιώθω χάλια
αδειάζω μπουκάλια με θολά νερά
Μα σαν το συγκρότημα βγαίνει
μπροστά φωτισμένη εκείνη κάθεται
χωρίς στα μαλλιά κοκαλάκια
χωρίς ποιηματάκια που θα μάθετε
Περνάω την κιθάρα στο βύσμα
με πιάνει ένα πείσμα απογειώνομαι
αρχίζω τον πρώτο μου στίχο
τρυπάω τον τοίχο και σκοτώνομαι
| | Text: Foivos Delivorias
Musik: Foivos Delivorias
Uraufführung: Foivos Delivorias
Du wirst geboren, du hast sie als Mutter
du springst in die Luft, du knallst auf den Boden
die da legt dich in die Wiege
in den Augen Seife und Emulsion
Sie zeigt dir, wie man mit nichts zu tun haben will
und ähnelt jemanden, die du als Freundin hattest
in Zukunft mit weißen Feuerchen
und mit den brennenden Sternchen
Als sie dich danach zur Schule geschickt haben,
sitzt die da auf der Nachbarbank
klein mit rosa Haarspangen
und den Verslein, die ihr lernen werdet
Damit sie dich beachtet, stößt du auf
du prügelst dich in den Straßen, du wirst verprügelt
du bringst Fensterscheiben mit Orangen zum Knallen
und du springst von der Terrasse und du stirbst
Du stehst wieder auf und du bist sechzehn
du langweilst dich in der Klasse, du schreibst Gedichte
ihre Brust will zerspringen
sie zerfließt in den Wald und in Wellen
Welcher Text von dir wird ihr passen,
von dem sie will, dass er den Hirnlosen gefällt
dass sie Küsse auf die Zähne gibt
und die Beine für unbekannte Phallusse öffnet
Du suchst sie, du bist von zu Hause ausgerissen
dieser Balsam führt dich am Gängelband
dieser Akazienduft
obwohl Tyrannei dich zwingt
Irgendeine Hilfe gibt es nicht
um zu sagen, was du gefühlt hast, was dich verletzt hat,
und die da spricht nicht und guckt nicht,
du gibst Gas, das Auto prallt auf und du stirbst
Also habe ich eine Scheibe aufgenommen
und wieder finde ich nicht das, was ich wollte
bevor ich auf die Bühne trete, fühle ich mich ganz schlecht
ich leere Flaschen mit trübem Wasser
Aber als die Band hinausgeht,
sitzt die da da vorn im Licht
ohne Haarspangen
ohne Verslein, die ihr lernen werdet
Ich stöpfle die Gitarre ein
ich werde trotzig, ich hebe ab
ich beginne meinen ersten Text
ich mache ein Loch in die Wand und mühe mich ab
| |