| Στίχοι: Διονύσιος Σολωμός
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
Πρώτη εκτέλεση: Νίκος Ξυλούρης
ΠΡΟΛΟΓΙΖΕΙ Η ΕΙΡΗΝΗ ΠΑΠΠΑ
Η ωραιότης της φύσης, που τους περιτριγυρίζει, αυξαίνει εις τους εχθρούς
την ανυπομονησία να πάρουν την χαριτωμένη γη, και εις τους πολιορκημένους
τον πόνο ότι θα την χάσουν. Μάγεμα η φύσις κι όνειρο στην ομορφιά και χάρη,
η μαύρη πέτρα ολόχρυση και το ξερό χορτάρι.
Με χίλιες βρύσες χύνεται με χίλιες γλώσσες κραίνει:
Όποιος πεθάνει σήμερα, χίλιες φορές πεθαίνει.
Έστησ’ ο έρωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη
κι η φύσις ηύρε την καλή και τη γλυκιά της ώρα
και μες τη σκιά, που φούντωσε και κλεί δροσιές και μόσχους,
ανάκουστος κηλαηδισμός και λιποθυμισμένος.
Νερά καθάρια και γλυκά, νερά χαριτωμένα,
χύνονται μες την άβυσσο τη μοσχοβολισμένη
και παίρνουνε το μόσχο της κι αφήνουν τη δροσιά τους
κι ούλα στον ήλιο δείχνοντας τα πλούτια της πηγής τους,
τρέχουν εδώ, τρέχουν εκεί και κάνουν σαν αηδόνια.
Έξ’ αναβρύζει κι η ζωή σ’ ’γη, σ’ ουρανό, σε κύμα.
Αλλά στης λίμνης το νερό, π’ ακίνητο `ναι κι άσπρο,
ακίνητ’ όπου κι αν ιδείς και κάτασπρ’ ως τον πάτο,
με μικρόν ίσκιον άγνωρον έπαιξ’ η πεταλούδα,
πούχ’ ευωδίσει τς’ ύπνους της μέσα στον άγριο κρίνο.
Αλαφροΐσκιωτε καλέ, για πες απόψε τι `δες.
Νύχτα γιομάτη θαύματα, νύχτα σπαρμένη μάγια!
Χωρίς ποσώς γης, ουρανός και θάλασσα να πνένε,
ουδ’ όσο κάν’ η μέλισσα κοντά στο λουλουδάκι,
γύρου σε κάτι ατάραχο, π’ ασπρίζει μες τη λίμνη,
μονάχο ανακατώθηκε το στρογγυλό φεγγάρι
κι όμορφη βγαίνει κορασιά ντυμένη με το φως του.
| | Letras de Canciones: Dionysios Solomos
Música: Yiannis Markopoulos
Primera representaci: Nikos Xylouris
Prólogo por Eirini Pappa
La belleza de la naturaleza, que los envuelve, aumenta a los enemigos
la impaciencia para tomar esta tierra de gracia, y a los asediados
el dolor que la perderán. La naturaleza es hechizo y sueño en la belleza y la gracia,
y la piedra negra toda dorada y la hierba seca.
Fluye por mil grifos, grita con mil lenguas:
Quien muera hoy, muera mil veces.
El amor comienza a bailar con el abril rubio
y la naturaleza encuentra su hora suave
y en la sombra, que brota y encierra rocíos y fragancias,
trino siempre inaudito y desmayado.
Aguas claras y dulces, aguas gráciles,
se precipitan en el abismo fragante
y toman su fragancia y dejan su rocío
y mostrando al sol toda la riqueza de su fuente,
corren aquí, corren allá y se comportan como los ruiseñores.
Fuera la vida surge en la tierra, en el cielo, en la ola.
Pero en el agua del lago, que es inmóvil y blanco,
inmóvil dondequiera que miras y todo blanco hasta el fondo,
la mariposa juguetea con la sombrita desconocida,
que ha perfumado sus sueños en el lirio salvaje.
Mi buen adivino, díme lo que has visto esta noche.
¡Noche llena de milagros, noche sembrada de hechizos!
Sin que la tierra, cielo y ni mar respiren,
ni siquiera el aleteo de la abeja proxima a la florecita,
alrededor de algo sereno, que se blanquea en el lago,
sola la luna redonda se mezcla
y la muchacha emerge hermosa, vestida por su luz.
| |