| Στίχοι: Κώστας Μάνεσης
Μουσική: Τάκης Λαβίδας
Πρώτη εκτέλεση: Σωτηρία Μπέλλου
Μες στα βαριά, βαριά μεσάνυχτα
η πόρτα μου, η πόρτα μου χτυπάει.
Δε φαίνεται όμως κανείς.
Ποιος να ’ναι, τι, ποιος να ’ναι, τι ζητάει;
Στο σπίτι αυτό, στο σπίτι αυτό τ’ αραχνιασμένο
τι έχω πια, τι έχω πια να περιμένω;
Δεν έχω μά , μάνα κι αδερφούς
για να τους πε , για να τους περιμένω.
Έλιωσα στο κρεβάτι μου,
το Χάρο πια, το Χάρο πια προσμένω.
Και του τοί , και του τοίχου το ρολόι
αρχινά, αρχινά το μοιρολόι.
Σώσε με, Πα , Παναγία μου,
τα νιάτα μου, τα νιάτα μου λυπήσου.
Διώξε το Χάρο απ’ την αυλή
να μην τον α , να μην τον αντικρίσω.
Και του τοί , και του τοίχου το ρολόι
αρχινά, αρχινάει το μοιρολόι.
| | Text: Kostas Manesis
Musik: Takis Lavidas
Uraufführung: Sotiria Bellou
Mitten in tiefer Mitternacht
klopft es, klopft es an meine Tür.
Doch es ist niemand zu sehen.
Wer mag es sein, wer mag es sein, was will er?
In diesem Haus, in diesem Haus voll mit Spinnweben
was habe ich noch, was habe ich noch zu erwarten?
Ich habe weder Mutter, weder Mutter noch Brüder
die ich erwarten, die ich erwarten könnte.
Ich sieche auf meinem Bett dahin,
den Tod schon, den Tod schon erwarte ich.
Und die Wanduhr, und die Wanduhr
beginnt, beginnt die Todesklage.
Rette mich, meine Muttergottes
meiner Jugend, meiner Jugend erbarme dich.
Vertreibe den Tod von dem Hof
damit ich ihn nicht, ihn nicht sehe.
Und die Wanduhr, und die Wanduhr
beginnt, beginnt die Todesklage.
| |