| Στίχοι: Γιάννης Ρίτσος
Μουσική: Χρήστος Λεοντής
Πρώτη εκτέλεση: Νίκος Ξυλούρης
Αυτά τα κόκκινα σημάδια στους τοίχους, μπορεί να `ναι κι από αίμα.
Όλο το κόκκινο στις μέρες μας είναι αίμα,
μπορεί να `ναι κι απ’ το λιόγερμα, που χτυπάει στον απέναντι τοίχο.
Κάθε δείλι τα πράγματα κοκκινίζουν πριν σβήσουν
και ο θάνατος είναι πιο κοντά. Έξω απ’ τα κάγκελα,
είναι οι φωνές των παιδιών, και το σφύριγμα του τρένου.
Τότε τα κελιά γίνονται πιο στενά
και πρέπει να σκεφτείς το φως σ’ έναν κάμπο με στάχυα,
και το ψωμί στο τραπέζι των φτωχών
και τις μητέρες να χαμογελάνε στα παράθυρα,
για να βρεις λίγο χώρο να απλώσεις τα πόδια σου.
Κείνες τις ώρες, σφίγγεις το χέρι του συντρόφου σου,
γίνεται μια σιωπή γεμάτη δέντρα,
το τσιγάρο κομμένο στη μέση, γυρίζει από στόμα σε στόμα,
όπως ένα φανάρι που ψάχνει το δάσος, βρίσκουμε τη φλέβα
που φτάνει στην καρδιά της άνοιξης, χαμογελάμε.
| | Text: Yiannis Ritsos
Musik: Hristos Leodis
Uraufführung: Nikos Xylouris
Diese roten Zeichen an den Wänden - sie können auch aus Blut sein.
Alles Rote in unseren Tagen ist aus Blut.
Vielleicht ist es auch vom Sonnenuntergang, der die gegenüberliegende Mauer trifft.
Jeden Abend erröten die Dinge bevor sie verlöschen
und der Tod ist näher. Außerhalb der Eisenstäbe
sind die Stimmen der Kinder, und das Pfeifen des Zuges.
Dann werden die Gefängniszellen enger
und du musst das Licht denken wie eine Ebene aus Weizen,
und das Brot auf dem Tisch der Armen,
und die Mütter lächelnd an den Fenstern,
damit du etwas Platz findest, um deine Beine auszustrecken.
In diesen Stunden fasst du fest die Hand deines Kameraden.
Es entsteht eine Stille voller Bäume.
Die Zigarette - geschnitten zur Hälfte - macht die Runde von Mund zu Mund,
wie ein Mond, der den Wald sucht. Wir finden die Ader,
die in das Herz des Frühlings reicht. Wir lächeln.
| |