| Στίχοι: Κώστας Βίρβος
Μουσική: Θόδωρος Δερβενιώτης
Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης Φωνητικά: Γιώτα Λύδια
Κάποια μανούλα ξεκινά και νύχτα παίρνει τα βουνά
είναι ο γιος της άρρωστος, βαρειά για να πεθάνει.
Και με τ’ αθάνατο νερό της είπαν πως θα γιάνει
και πάει η δόλια στο βουνό, νά ’βρει τ’ αθάνατο νερό.
Προτού να σκάσει η χαραυγή, φτάνει η μανούλα στην πηγή
και σκύβει με κρυφή χαρά, νεράκι να μαζέψει.
Μα τι μεγάλη συμφορά, έχει η πηγή στερέψει,
κλαίει η φτωχή στη σιγαλιά, κλαίνε μαζί και τα πουλιά.
Παίρνει ξανά το γυρισμό, με πόνο και με σπαραγμό,
αφού δεν βρήκε το νερό, το γιο της για να γιάνει.
Απ’ το μεγάλο της καημό, στο δρόμο θα πεθάνει,
παίρνει ξανά το γυρισμό, και όλο κλαίει με καημό
και όλο κλαίει με καημό
και όλο κλαίει με καημό....
| | Paroles: Kostas Virvos
Musique: Thodoros Derveniotis
Première Performance: Yriyoris Bithikotsis Fonitika: Yiota Lydia
Une mère se met en route et arrive de nuit dans la montagne,
son fils est gravement malade, sur le point de mourir.
On lui a dit que l’eau immortelle le guérira,
alors la malheureuse va dans la montagne quérir l’eau immortelle.
La mère arrive à la source avant que ne pointe l’aube,
avec une joie latente, elle se penche pour recueillir l’eau
mais quelle terrible infortune, la source s’est tarie
la malheureuse pleure en silence, les oiseaux pleurent avec elle.
Elle prend le chemin du retour, dans la douleur et le déchirement
de son chagrin profond, elle mourra en route
car elle n’a pas trouvé l’eau pour guérir son fils.
Elle prend le chemin du retour et pleure de chagrin, sans arrêt,
et pleure de chagrin sans arrêt,
et pleure de chagrin sans arrêt.
| |