Της ζωής τα ρήματα Δημιουργός: Ξεθωριασμένη Αστερόσκονη Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info
Κλείνω τα μάτια, κοιμάμαι, ονειρεύομαι, ξυπνώ με εφιάλτη.
Σκουπίζω τα δάκρυα, απομακρύνω αναμνήσεις, καταπίνω δυο σταλιές φεγγάρι.
Κλείνω τα μάτια, δεν κοιμάμαι, αλλάζω νυχτικό, το μαύρο γίνεται άσπρο.
Στο μπαλκόνι κάθομαι, αγναντεύω το απέναντι διαμέρισμα , τον έρωτα ζηλεύω.
Στα δύο σκίζω την καρδιά μου να μην νιώθει.
Απαγγέλλω στίχους στη σκια μου, ό,τι δεν είπα ποτέ το λέω στην μοναξιά μου.
Γράφω, νοσταλγώ, ώρες ολόκληρες περνώ κοιτώντας το ταβάνι.
Στο φλιτζάνι ο καφές έχει κρυώσει και το νερό στο μπάνιο τρέχει.
Βαριά τα πόδια μου και το κεφάλι μου ουρλιάζει πως πονάει απ’τη σκέψη.
Σκέψεις, λέξεις, σκίτσα ονείρου που χάνονται στο κύμα της αλήθειας.
Ανοίγω το ραδιόφωνο, πεθαίνω στο πρώτο τραγούδι που ακούω.
Μαζεύω τα συντρίμμια μου, παίζω με τις συλλαβές της λέξης ‘αγάπη’.
Στο χέρι μου στριφογυρίζω το μολύβι, μα δεν μου ‘χουν μείνει άλλες λέξεις
για να γράψω.
Νίβω το πρόσωπο, ξεσκονίζω το παλτό μου, φεύγω για μια βόλτα.
Τα βήματα μετρώ πίσω ως την πόρτα του σπιτιού μου.
Μετρώ τις ζωές που δεν πρόλαβα να ζήσω.
Πράξεις. Προσθέτω τις ώρες θλίψης και κάπου στο μέτρημα τα χάνω.
Διαιρώ την ευτυχία μου, κι αφού την χαρίσω αδειάζει η ψυχή
Και μού μένει μονάχα ο βουβός αγέρας. Κωφάλαλος ο αγέρας, κι οι σιωπές
Πολλαπλασιάζονται λες κι η αμηχανία γεννάει άφωνα σκοτάδια.
Κουράστηκα. Παίρνω μαύρο μαρκαδόρο, σβήνω τις μέρες που σβήσαν.
Κουράστηκα. Γέρνουν τα βλέφαρα, και πάω για ύπνο.
Κλείνω τα μάτια, κοιμάμαι, ονειρεύομαι,
ξυπνώ για να γυρίσω στης αληθινής ζωής τον εφιάλτη.
Μεγάλο το όνειρο, πολλά τα ρήματα που απαρτίζουν τη ζωή μου.
Μικρή η ζωή μου, και δεν χωρέσαν στις σελίδες της
Όλα τα ρήματα που ήθελα να κλίνω.
Μικρή η ζωή, και το όνειρο μεγάλο.
Δεν χώρεσε ποτέ για να περάσει απ’τις πόρτες της,
Και ζούσε στο στενάχωρο δωμάτιο του μυαλού μου.
Στενό το δωμάτιο του μυαλού και το όνειρο δεν μπορεί ν’ανασάνει.
Άτυχο το όνειρο. Φοβάται τον θάνατο
Μα όλο και τον υπομένει.
Δημοσίευση στο stixoi.info: 10-05-2009 | |