Το ματωμένο παραμύθι

Δημιουργός: rosestar, Ελευθερία

...

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

[color=fuchsia][B]ΤΟ ΜΑΤΩΜΕΝΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ[/B][/color]

[B][color=purple]Η μικρή Μαρλίν ξυπνώντας μια ανοιξιάτικη ημέρα δεν ξεκουραζόταν σε πουπουλένιο στρώμμα, αλλά σε ένα σκληρό ντιβάνι.
Ο ύπνος την ηρεμούσε, την ελευθέρωνε από το πονεμένο παρελθόν. Δεν ήθελε τα πλούτη στη ζωή της, τα θεωρούσε μάταια, πρόσκαιρα και επίγεια. Σιχαινόταν τους ανθρώπους που κέρδιζαν στη προσπάθεια των άλλων, σιχαινόταν τη κακία, την αδικία και τις ψεύτικες καλοσύνες. Κουραζόταν να περπατά σε χάρτινους κόσμους...
Ένας άνεμος φοβέριζε τον εσωτερικό της κόσμο αφότι, όταν εκείνη ένιωθε φυλακισμένη, υπέφερε, έκλαιγε, μάτωνε σε ένα σκοτεινό και έρημο κελί, ζητώντας απεγνωσμένα τη φυγή. Διέβαινε σε απόμακρους δρόμους, με μάτια φοβισμένα και ψυχή τρομαγμένη. Έτρεχε κοντά στη θάλασσα, καθόταν στο βράχο και αγνάντευε τα κύματα να υψώνονται πελώρια μπροστά της.
Ο άνεμος την επισκέφτηκε απρόσμενα σε ένα έρημο στενό και την παγίδεψε σε αδιέξοδο. Η Μαρλίν άρχισε να τρέχει με αγωνία και οι διαβάτες την κοιτούσαν με βλέμμα παγερό και αδιάφορο και άλλοι με απορία. Ένας άνεμος δεύτερος πιο άκαρδος από τον πρώτο, την έσπρωξε, μάτωσε τα χέρια της, της έσκισε το μυστικό της ημερολόγιο, την τρομοκράτησε και εκείνη κλείστηκε πιο πολύ στο μοναχικό της εαυτό.
Κάποια χρόνια πριν, όταν ήταν μόλις 14 ετών, είδε σε όνειρο να βρίσκεται ντυμμένη με ένα άσπρο φόρεμα πεθαμένη σε ένα φέρετρο. Το δέρμα της πιο λευκό από ότι ήταν και εκείνη παγωμένη. Δίπλα της αριστερά και δεξιά άνθιζαν δυο πορτοκαλιές φουντωτές.Το όνειρο, της προμήνυε το μέλλον. Πέρασαν λίγα χρόνια και η Μαρλίν συνήλθε. Κανείς δεν ένιωσε τη θλίψη της, τα δάκρυα, τον πόνο και τις φοβίες της. Οι γονείς της με δάκρυα ζητούσαν κάποιος να την βοηθήσει. Κάποιος "καλός" άνθρωπος, ντυμμένος με λαμπρό κοστούμι και γραβάτα την απομόνωσε και αντί να την ενθαρρύνει, της ξερίζωσε την καρδιά.
Της χαμογέλασε περιπαιχτικά και την έριξε πιο πολύ στον Άδη.
Ο Θεός άρχισε να την δυναμώνει και να της γιατρεύει την καρδιά. Άρχισε και πάλι να στηρίζεται στα δυο της πόδια και να ανθίζει όπως τα τριαντάφυλλα του μυστικού της κήπου. Δεν έπαψε να δακρύζει με τον πόνο των γύρω της αφού η ίδια πληγώθηκε από μυτερά αγκάθια.
Πόσο ήθελε να αγκαλιάσει μια πληγωμένη καρδιά, να την φιλήσει και να την βοηθήσει!
Πόσα ήθελε να της πει! Πόσο ήθελε να την κάνει να χαμογελά!
Μα ήξερε ότι ήταν μόνο μια απλή αδύναμη κοπέλα που δεν μπορούσε να κρατά πολλά βάρη και τότε εκείνη λύγιζε μόνη, δακρυσμένη σε μια γωνιά...[/color][/B]

[color=fuchsia][B]

Ο κόσμος μέσα από τα καστανά μου μάτια.

Ελευθερία 24 ετών[/B][/color]




Δημοσίευση στο stixoi.info: 26-06-2009