Ο καλπασμός της φαντασίας

Δημιουργός: rosestar, Ελευθερία

28/6/2009 Οι ήχοι του δάσους στην ακοή των ονειροπόλων.

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

[color=fuchsia][B]Ο ΚΑΛΠΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ[/B][/color]

[B][color=purple]Χιλιάδες μελωδικοί ήχοι αντηχούν σε ένα καταπράσινο εύφορο τοπίο αλλά με το αποτέλεσμα ενός ευλογημένου μεθυσιού. Ήχοι που συγχέονται και αλληλοσυγκρούονται, που δεν χάνονται ποτέ και ταξιδεύουν αιώνες μέσα στο χρόνο του σύμπαντος, που συναντούν και άλλους ήχους και βαδίζουν προς το άγνωστο και ανεξερεύνητο, όντας πλέον συνοδοιπόροι.
Το κελλάρυσμα των ποταμών, το θρόϊσμα των φύλλων, το πέταγμα των φτερωτών μου φίλων, τα κάθε λογής είδη λουλουδιών, τα χρώματά τους, το άρωμά τους, φέρουν ήχους παραδείσου που γαληνεύουν τη ψυχή μου, που ποθεί να πετάξει ψηλά, να φύγει σε τόπους ονειρεμένους, που δεν θα φοβάμαι, δεν θα δακρύζω, που τα όνειρα θα γίνονται εκεί αληθινά και θα βρίσκομαι για πάντα σε μια αγκαλιά που θα στηρίζει η μία την άλλη. Λίγο πιο πέρα, αντίκρυσα αγριοφράουλες και βατόμουρα.
Ένας φίλος μου τρυποκάρυδος, χτύπησε με το ράμφος του σε ένα γέρικο κούφιο κορμό δέντρου, για να εστιάσω σε εκείνον τη προσοχή μου. Τότε με ένα σάλτο, φτερούγισε και βρέθηκε στον αέρα και με οδήγησε σε ένα πρωτόγνωρο φρουτένιο θησαυρό. Κρατούσα ένα ευρύχωρο καλάθι από ξύλο μπαμπού, ισχυρό σε αντοχή, για να το γεμίσω με κάθε φρούτο του δάσους. Χάθηκα στη παραμυθένια εκείνη μαγεία και ευχόμουν να μη φύγω ποτέ. Κολύμπησα συντροφιά με τους λευκούς κύκνους σε καταγάλανα νερά μιας λίμνης και αφουγκράστηκα πίσω από τις καλαμιές το κύκνειο άσμα τους που με ρίγισε.
Ο ήλιος άρχισε να δύει και το δάσος να σκεπάζεται από ένα μαύρο πέπλο μυστηρίου. Υγρασία κάλυψε τα κλαδιά και πότισε τα διψασμένα χορτάρια από έλλειψη βροχής. Τα αγριολούλουδα ντύθηκαν με πολύχρωμες δροσοσταλίδες, κλείνοντας για λίγο τα κουρασμένα βλέφαρά τους. Ένας άσπρος χνουδωτός λαγός, ξετρύπωσε από το λαγούμι του που κατοικούσε και τα ίχνη του με οδήγησαν σε ένα ασφαλές καταφύγιο, όπου με φύλαγε μία τίγρης. Ναι! Η τίγρης εκείνη δεν ήταν σαρκοφάγα αλλά τρεφόταν μόνο με χλωρό τριφύλλι και είχε συναισθήματα αγάπης στο πρόσωπό μου. Μία καφετιά αρκούδα με κοίμησε στα χέρια της. Με νανούρισε και έπαψα να φοβάμαι, να κρυώνω.. Προσεχτικά με ακούμπησε, για να μη με τραυματίσει με τα γαμψά της νύχια. Το πρωϊ που ξημέρωσε και πάλι εκείνο το φωτεινό τεράστιο τόπι που ζέστανε με τις χρυσές του ηλιαχτίδες τη πλάση, με συνάντησε μία καλοσυνάτη μαϊμουδίτσα και μου πρόσφερε μία μυρωδάτη μπανάνα για πρωϊνό. Την ευχαρίστησα και δώσαμε τα χέρια.Εντυπωσιασμένη άκουσα βήματα και γυρίζοντας πίσω μου, ένα γλυκύτατο ελάφι μου χαμογέλασε, με ανέβασε στη ράχη του και με ξενάγησε στα μυστικά των ήχων του δάσους.
Η γλώσσα επικοινωνίας που είχα με όλα τα φιλικά ζώα του δάσους, ήταν παράξενη και ασυνήθιστη. Το βλέμμα τους που συναντούσε το δικό μου βλέμμα, το δικό μου ανθρώπινο περπάτημα και το δικό τους περπάτημα, καθώς επίσης ο ήχος ψιθύρου που πήγαζε από τα βάθη της καρδιάς μου, αντηχούσε και στις δικές τους τις καρδιές. Άραγε εκείνα με καταλάβαιναν; Μπορούσαν να νιώσουν και εκείνα τους χτύπους των ονείρων της κάθε ψυχής;[/color][/B]


[color=fuchsia][B]Ο κόσμος μέσα από τα καστανά μου μάτια.

Ελευθερία 24 ετών[/B][/color]

Δημοσίευση στο stixoi.info: 30-06-2009