Λύκος

Δημιουργός: La Petite, ΧΙΩΤΗ ΣΩΤ. ΕΙΡΗΝΗ

Στο χωριό ή στο όνειρό μου....

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

ΛΥΚΟΣ

Χάιδεψα ένα λύκο το πρωί
μέσα στην ομίχλη και στα δάση
μου 'πε θα μου κλέψει μια στιγμή
κι άγριο φιλί θα με κεράσει

Μάτια σα Πανσέληνος κρυφά
άγγιξα το χέρι του ένα βράδυ
λύκαινα του γνέφει στη γωνιά
να γυρίσει μέσα στο σκοτάδι

Φίλησα ένα λύκο το πρωί
λίγο πριν ξυπνήσω απ' τ' όνειρό μου
λεύτερο αγρίμι την αυγή
κι ήθελα να τον κρατώ δικό μου

Άγρια στο σώμα η ψυχή
μου 'πε δε μπορείς να με κρατήσεις
δόκανα μου δένουν το κορμί
και παιδιά της "ήμερής" μου φύσης

Λεύτερο τον άφησα κι εγώ
να γυρίσει πάλι στη φωλιά του
ξύπνησα με άγριο ουρλιαχτό
πήρε την ψυχή μου θήραμά του...

Γεννήθηκε στις 29 / 07 / 2009
Δεν ξέρεις ποτέ από που θα σε αρπάξει η έμπνευση...

1. Πριν λίγα χρόνια είχα δει στον ύπνο μου ότι βρισκόμουν κοντά στο σπίτι μου ήταν νύχτα, έκανε κρύο και όλα ήταν παγωμένα... οι λάμπες που φώτιζαν το δρόμο έδιναν ένα απόκοσμο χαρακτήρα στο τοπίο... ένοιωθα μόνη και φοβισμένη και δεν έβρισκα το δρόμο για το σπίτι μου, παρ' όλο που ήμουν πολύ κοντά... ξαφνικά μέσα στο σκοτάδι ένας μεγάλο άσπρο λυκόσκυλο εμφανίστηκε από το πουθενά και άρχισε να με οδηγεί προς το σπίτι.... σταμάτησα να φοβάμαι... / Σε κάποιες Ανατολικές φιλοσοφίες έμαθα μετά ο σκύλος συμβολίζει το νου....

2. Αν πάρεις δέκα σκυλιά και πας και τ' αφήσεις σ' έναν αγριότοπο, σε μια ερημιά απ' όπου δεν περνάει ψυχή ζώσα, τα σκυλιά αυτά μέσα σε λίγες εβδομάδες θα ξαναγίνουν λύκοι.
Αυτά είπε κάποιος ένα βράδυ, και με αφορμή την συγκίνηση κι έναν πολύπλοκο στην αμεσότητά του συνειρμό που μου προκάλεσε ο λόγος του, άρχισα να ανακαλώ κάποιες παλιές ιστορίες. Την αφορμή αυτή ενίσχυσαν - σαν αντίστροφος κατοπτρισμός - οι παρακάτω στίχοι του Paul Celan:

[I]Άγριο αυτό
που αργότερα
- στον δρόμο -
έγινε ξεκάθαρο.[/I]

Πρόλογος από το βιβλίο της Ζυράννας Ζατέλη: "Και με το φως του λύκου επανέρχονται" - Εκδόσεις Καστανιώτη

3. Πρώτος τους είδε ο Αργύρης ο δεκαεπτάχρονος αδελφός της Ιουλίας που ήταν γυιός μιας άλλης αδελφής της...Κι όπως πήγαινε με τα τέσσερα, προπορευόμενος αρκετά απ' όλους τους άλλους, γύρισε με τον ίδιο τρόπο - αλλά πολύ πιο γρήγορα - για να τους πει να σταματήσουν! Θα στοιχημάτιζες πως τον είχε αγγίξει κάτι και τον είχε εξαϋλώσει: τα μάτια, οι κινήσεις του ήταν αλλοιώτικα, η φωνή του άλλη. "Μα ακόμα δεν βλέπουμε τίποτα", του είπε ψιιθυριστά ο πατέρας του. "Ειν' εκεί!.... Τους είδα!...." ψέλλισε με δέος ο Αργύρης. "Ακολουθήστε με, αλλά μην κάνετε καθόλου φασαρία, θα φύγουν!...".....Ακολουθώντας λοιπόν τον Αργύρη μαζί με τους άλλους, με κάθε δυνατή προσπάθεια να μην κάνουν την παραμικρή φασαρία, πλησίασαν σ' ένα σημείο ιδανικά προφυλαγμένο από ψηλές φυλλωσιές, που έφτανε να χωθείς ανάμεσά τους χωρίς καν να τις παραμερίσεις, για να 'χεις απέναντι - σε αρκετή απόσταση πάντα αλλά απέναντι - το συναρπαστικότερο θέαμα: τους λαγούς που έπαιζαν... Μόνο που, αν δεν ήταν τόσο διάχυτη επάνω τους η ακτινοβολία απ' το φεγγάρι και τ' άστρα, ίσως να μην ξεχώριζε κανείς αυτά τα σκοτεινόχρωμα ζώα εκεί κάτω... πολύ σκοτεινόχρωμα για λαγούς, αλλά - εκτός από τρία μικρά - και πολύ μεγαλόσωμα... Στην αρχή κανείς δεν είπε τίποτα- ό,τι ζώα και να 'ταν στο κάτω - κάτω, η χάρι τους στα παιχνίδια ήταν ανυπολόγιστη.... Μα σιγά-σιγά καταλάβαιναν....πως, οπωσδήποτε, τα ζώα αυτά δεν ήταν λαγοί, δεν ήταν καν κουνάβια ή αλεπούδες. Και τους περιέλουσε όλους κρύος ιδρώτας: ήταν... λύκοι. Ήταν ένα ζευγάρι λύκων με τα τρία λυκόπουλά τους - και ένας επιπλέον, μεγαλύτερος και καθ' όλα επιβλητικότερος κι απ' τους δυο μεγάλους... Αυτοί οι τρεις κρατούσαν μια παράξενη στάση, απ' την οποία ελάχιστα σάλευαν ή ξέφευγαν: στην μέση δέσποζε ο μεγαλύτερος, με στραμμένα τα νώτα του προς τις περίφοβες φυλλωσιές με την ουρά του να κουνιέται μισοϋψωμένη στον αέρα - προς την μια μεριά μόνο, και ράθυμα - και με το κεφάλι του επίσης στραμμένο πίσω: προς τα μικρά λυκάκια που έπαιζαν. (Κι ας λένε πως οι λύκοι είναι ανίκανοι να στρίψουν το σβέρκο τους πίσω τον στρίβουν. Μα μ' έναν τρόπο που κάνει αυτή τους την κίνηση αποκλειστική - και πολύ υποβλητική.) Είχε και τα σαγόνια του ανοιχτά: η γλώσσα πρόβαλλε σαν πέταλο παπαρούνας.... Δίπλα του, για την ακρίβεια λίγο πιο πίσω, δηλαδή κολλητά στον στραμμένο λαιμό του, ήταν φάτσα ο δεύτερος που τον μύριζε και τον οσφραινόταν αδιάκοπα και τον έγλειφε πότε - πότε στην μουσούδα, αδιάφορος αυτός για τις επιδείξεις των μικρών, με τ' αυτιά του τεντωμένα πίσω και τα μπροστινά του πόδια ενωμένα. Η δικιά του ουρά ήταν κατεβασμένη, τα μάτια του ενδεχομένως κλειστά. Κι απ' την άλλη μεριά, αριστερά όπως τους έβλεπαν, ήταν ο τρίτος, φάτσα επίσης, με το ίδιο κομψό σχήμα στα μπροστινά του πόδια, το ίδιο ανοιχτό στόμα όπως κι ο πρώτος, αλλ' αυτός ούτε έγλειφε ούτε γλειφόταν: κοίταζε μόνο τα χαριτωμένα λυκάκια μπροστά του (πιθανότατα ήταν η λύκαινα) και ίσως - ίσως - δεν θα διέφευγαν για πολύ απ' την προσοχή του εκείνοι που ήταν κρυμμένοι πέρα σε κάτι φυλλωσιές... Τους περνούσαν πια αλλεπάλληλα ρυάκια κρύου ιδρώτα: είχαν έρθει για λαγούς κι έπεσαν σε βασιλική οικογένεια λύκων... 'Ισως δεν ανοιγόκλειναν ούτε τα μάτια τους απ' τη σαστιμάρα και την τρομάρα. Όσο για το στόμα τους, αυτό - μετά από ΄κείνους τους ψιθύρους ανάμεσα στον Αργύρη και την Φεβρωνία- είχε φράξει για καλά.
Αφού όμως είχαν φτάσει ως εδώ, αφού - κατά τα φαινόμενα - οι λύκοι είχαν προβάλει ή εξορίσει τους λαγούς απ' τα λειβάδια τους, κι αφού, κυρίως η μικρή Ιουλία δεν έδειχνε ν' απογοητεύεται ή να πανικοβάλλεται από τούτη τη διαφορά (κάθε άλλο: τους κοίταζε με ανοιχτά έκθαμβα μάτια κι έπαιρνε κάτι βαθειές τρεμουλιαστές ανάσες πότε - πότε σαν να επρόκειτο να πετάξει) - αφού όλα αυτά λοιπόν, μια κοινή μυστική συμφωνία τους έκανε όλους γύρω της να κοιτούν έκθαμβοι τα παιχνίδια των μικρών λύκων και την απλή, την απέριττη μεγαλοσύνη των υπολοίπων τριών. Άλλωστε, αν δεν επρόκειτο για λύκους, για τον φόβο δηλαδή που εμπνέει το όνομά τους, δεν υπάρχει αμφιβολία πως η τρομάρα εκείνων των ανθρώπων θα ισοδυναμούσε με αγαλλίαση, και το σάστισμα για ό,τι έβλεπαν θα ήταν γνήσιος θαυμασμός και γλυκύτητα.... Γιατί τα μικρά λυκάκια δεν ήταν λιγότερο χαριτωμένα κι αξιαγάπητα απ' τα μικρά αρνιά ή τους μικρούς σκύλους, κι όσο για τους μεγάλους, αυτοί - ας μας επιτραπεί να πούμε - είναι απ' τα πιο περήφανα κι ωραία ζώα που χαίρουν τόσης συκοφαντήσεως και κατατρεγμού... Σε τελευταία ανάλυση είναι άγρια κι επιθυμούν να μείνουν άγρια.

Απόσπασμα από το βιβλίο της Ζυράννας Ζατέλη: "Και με το φως του λύκου επανέρχονται" - εκδόσεις Καστανιώτη / Το συστήνω σε όλους σας.... σαν παραμύθι...

4. Αν αγαπάς κάτι άστο να φύγει... αν γυρίσει θα είναι δικό σου για πάντα... αν όχι δεν ήταν ποτέ...

Δημοσίευση στο stixoi.info: 30-07-2009