Και το μικρόφωνο απόψε στην καρδιά μου Δημιουργός: Ξεθωριασμένη Αστερόσκονη Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Ξεκούρδιστη κιθάρα η καρδιά μου απόψε και τρελάθηκε.
Της φοράω φίμωτρο κι εκείνη πάλι βρίζει.
Ασυναρτησίες σκορπίζει θαρρείς, για έναν πλανήτη μιλάει
Που δεν έπρεπε να λέγεται πλανήτης γη αφού σε αυτόν
Κατοικούν μονάχα εξωγήινοι.
Για κάτι ανθρωπάκια μιλάει. Που τρώνε χαρτονομίσματα για πρόγευμα,
Κι απ’το πρωί μετρούνε κτήματα και κατακτήσεις.
Για κάτι χοντρές κυριούλες που ανεμίζουν τα φουστάνια τους
Μπροστά απ’τον ψεύτη τον καθρέφτη που τις δείχνει
Πιο κομψές απ’ό,τι είναι.
Για κάποια παιδιά μιλάει που μεγάλωσαν απότομα
Κι έτσι ποτέ δεν θα ωριμάσουν.
Ξεκούρδιστη κιθάρα η καρδιά μου και τρελάθηκε.
Την σέρνω στα τρελάδικα κρυφά κι αυτή πάλι κάτι τραυλίζει.
Θαρρείς πως μιλάει για όνειρα που κρύφτηκαν πίσω από οθόνες.
Για αγάπες που επικοινωνούσαν με καλώδια αντί να φιληθούνε.
Για λέξεις που δεν ψήθηκαν στο στόμα,
Πάρα μόνο γραφτήκανε από δάχτυλα ψυχρά που δεν ήξεραν
Και δεν μπόρεσαν να νιώσουν.
Για φλόγες μιλάει που σβήνουν πριν θεριέψουν,
Για μάτια που ποτέ δεν συναντήθηκαν για να ανταλλάξουνε αλήθειες.
Νομίζω πως κλαίει. Συγκινημένη αφιερώνει στίχους
Στους αλήτες που δεν βάλανε ποτέ παπούτσια.
Στους ζητιάνους που δεν ζήτησαν ψωμί παρά μόνο μια γουλιά δικαιοσύνη.
Στις μανάδες που γεννήσανε την επανάσταση
Και δεν ήθελαν ποτέ να τους φτιάξουν ανδριάντες.
Στους ποιητές που δεν γίναν πρωτοσέλιδο
Γιατί η άσκοπη δόξα τους προκαλούσε μόνο αηδία.
Στους αθλητές που δεν έτρεχαν για τα μετάλλια αλλά για την τιμή τους.
Σε αυτούς που σκούπισαν ξένο ίδρωτα με τα χέρια τους,
Και ξένο αίμα με το σφουγγάρι της καρδιάς τους.
Σ’αυτούς που δεν δείλιασαν μπροστά στα πρέπει
Και δεν ντράπηκαν να ομολογήσουν τα δικά τους πάθη.
Νομίζω πως γελάει. Κοροιδεύει αυτούς που αγναντεύουν τα παλάτια τους
Αντί να αγναντεύουνε τα αστέρια.
Αυτούς που ερωτεύονται με τη δύση του ήλιου
Και ξυπνάνε τα χαράματα βαριεστημένοι.
Αυτούς που δεν έχουν τι να πουν κι όλο αναμασούν ξένες ιστορίες.
Αυτούς που ζούνε την ζωή που δεν διάλεξαν μέσα από φωτογραφίες.
Αυτούς που δεν έχουν φαντασία κι ονειρεύονται όνειρα προγόνων τους.
Αυτούς που κουστουμαρισμένοι πασκίζουν μια ζωή να βάλουνε
Τη φύση και την ανθρωπότητα σε τάξη.
Αυτούς που εμπιστεύονται άδειες γυάλες για το μέλλον των παιδιών τους.
Αυτούς που περιμένουν απ’τον ουρανό να ανοίξει ένα πρωί στα δυο
Και να τους βρέξει λίγη ευτυχία.
Αυτούς που ψάχνουνε την ευτυχία στα άθλια μπαράκια που συχνάζουν.
Αυτούς που κλείνονται στο κουτί τους και δεν βλέπουν
Πέρα από τη μύτη τους ούτε και πέρα απ’το χρώμα της φανέλας που φοράνε.
Αυτούς που ζωγραφίζουνε σημαίες και τραβάνε διαχωριστικές γραμμές
Για να νιώθουν πως ανήκουν.
Αυτούς που αναζητούν πατρίδες για να σκοτώσουνε την ανασφάλειά τους.
Αυτούς που αλυσοδεμένη την έχουν την ελευθερία για να μην τους ξεφύγει.
Αυτούς που διαβάζουν συνταγές μαγειρικής για να φτιάξουν την αγάπη.
Ξεκούρδιστη κιθάρα η καρδιά μου απόψε και τρελάθηκε.
Τα βάζει με όλους και με όλα.
Θυμώνει με αυτούς που ταμπέλες κολλάνε στα κούτελα αθώων.
Μ’εκείνους τους ασυνείδητους που άλλοτε μαχαιρώνουν τη σιωπή
Κι άλλοτε τις φωνές απελπισίας.
Με αυτούς που βουλώσανε τα αυτιά τους για να μην τους κουφάνουν
Οι συνέπειες των πράξεών τους.
Με αυτούς που συνήθισαν να παίζουνε τυφλόμυγα γιατί το σκοτάδι
Είναι πιο βολικό απ’το φως που αποκαλύπτει.
Μ’αυτούς που γράφουν τους κανόνες.
Ναι μ’αυτούς που αποφασίσανε πως είναι έγκλημα
Να γράφουμε στην άμμο και να χαμογελάμε στην ιδέα μιας νεραιδοχώρας.
Με αυτούς που βγάλανε φιρμάνι
Πως όποιος απλώνει τις χούφτες για να αγγίξει το φεγγάρι
Θα του φορούν ζουρλομανδύα.
Θυμώνει ακόμα και με σένα.
Θυμώνει και με μένα.
Σε μας θυμώνει. Που πιστέψαμε σε αυτούς αντί σ’εκείνη.
Θυμώνει που μπορούσαμε, μα φοβηθήκαμε ν’αγαπηθούμε.
Δημοσίευση στο stixoi.info: 03-08-2009 |