Επιστροφή στην Ωγυγία Δημιουργός: ivikos Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Με κλωθογύριζε άναρχα της λησμονιάς η ανέμη
και όταν μου παρήγγειλες, πως δεν θα με δεχτείς
ανάστροφα με σύρανε στα πέλαγα οι ανέμοι
και με γκρεμοτσακίσανε στα βράχια μιας ακτής
Νόστιμον ήμαρ, κι όνειρο, γινόταν ουτοπία
και μύρια στέλνει η τρίαινα στα πέλαγα κακά
δεν ξώκειλα στους Φαίακες, μα σε άνυδρα τοπία
κι ούτε το τόπι πέταγαν φίλες της Ναυσικά
Μ’ έβαψε τότε η Αθηνά, με μιας νυχτιάς χρωστήρες
και στης Ιθάκης μ’ έφερε τον κάτω μαχαλά
εκεί σε κάμαρες γλεντούν ξεδιάντροπα οι μνηστήρες
κι η Πηνελόπη πλάϊ τους, έρωτα τους πουλά
Μα έχασα τον ήλιο μου, και τ’ άστρα τ’ ουρανού μου
με όσα το βλέμμα αντίκρισε, Δία μου τι να πεις!
σαν είδα τον Τηλέμαχο, που αλλιώς είχα στον νου μου,
με άντρες να χαριεντίζεται, νέος θηλυπρεπής.
Αυτή ήτανε η πληρωμή, που διάλεξα να λείπω,
που σκόρπιζα τον θάνατο στους ξένους τους λαούς,
που σαν πανούργος έφτιαξα, ξύλινο Δούρειο ίππο
που έσφαξα γυναικόπαιδα, και γκρέμισα ναούς.
Μα να σου, εμπρός μου η Αθηνά, ψάχνει να βρει μια λύση,
καθώς ρωτώ ποιος έστησε της πίκρας το χορό
ποιος σκηνοθέτης έφτιαξε της ζήσης μου τη δύση
ποιος έκανε του Όμηρου το τέλειωμα φτερό.
Κι αυτή μου λέει «αέναο έκανα εγώ αγώνα,
και σ’ έσπρωχνα σ’ Ουράνιων να βγεις την κορυφή
όμως αλί το φάντασμα ξυπνά του Ποσειδώνα
κι ανέτρεψε το τέλειωμα στου Ομήρου τη γραφή»
Με δάκρυα της ζήτησα να δώσει το φαρί της
τώρα που νοιώθω έρημος, μα για έρωτα διψώ.
Στης Ωγυγίας το νησί μ’ έφερε το σκαρί της
και τραγουδώ τον έρωτα δίπλα στην Καλυψώ
22.08.09
Δημοσίευση στο stixoi.info: 23-08-2009 | |