Επίκαιρο Δημιουργός: Jorlin Επειδή πρόκειται για κείμενο σκέψεων, και όχι για καλλιτεχνική δημιουργία, δε θα 'θελα σχόλια... Μου αρκεί που θα το διαβάσετε! . . . Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Από πού μπορεί κανείς να προμηθευτεί λίγη ελπίδα, μέσα σε μια τόσο μεγάλη απογοήτευση;
Μια από τα ίδια… Από την εποχή που θυμάμαι τον εαυτό μου, μια απολύτως ίδια, εδραιωμένη κατάσταση… Οι δυνατοί και οι αδύναμοι… Οι λύκοι και τα πρόβατα… Και μια τρίτη, κρυφή κατηγορία: οι ευαίσθητοι/ευαισθητοποιημένοι. Μεταξύ αυτών, οι αγωνιστές. Αυτοί που πιστεύουν ότι τα πράγματα μια μέρα θα αλλάξουν… Θα γίνουν καλύτερα!
Ένας νέος άνθρωπος συλλαμβάνεται άδικα, φυλακίζεται άδικα, στερείται την ελευθερία του χωρίς να έχει διαπράξει το παραμικρό έγκλημα. Όλες του οι προσπάθειες να βρει το δίκιο του πέφτουν στο κενό. Έτσι αποφασίζει να αντιδράσει με τον μόνο τρόπο που του απέμεινε: απεργία πείνας. Αρχίζει να εξαϋλώνεται ζωντανός, για να μην τον αναγκάσουν να ζήσει νεκρός: υποταγμένος σε ένα καθεστώς που επιβραβεύει τη βουβαμάρα, χωρίς όνειρα, χωρίς ιδανικά, χωρίς προσωπικότητα… χωρίς τίποτα.
Ένας μόνο άνθρωπος…
Και μερικές εκατοντάδες άλλοι που φρίττουν με την αδικία, που τον εμψυχώνουν, που του συμπαραστέκονται στον αγώνα του…
Μερικές εκατοντάδες… μ ό ν ο!
Η διάθεσή μου είναι βαριά. Η ατμόσφαιρα έχει γεμίσει θάνατο, καμμένα δέντρα, νεκρά ζωάκια, σκοτωμένα παιδιά… Και έναν τεράστιο σωρό από ζωντανούς νεκρούς που βαδίζουν, που πίνουν κάθε πρωί τον καφέ τους και πηγαίνουν στις δουλειές τους. Δεν είναι ευτυχισμένοι, αλλά δε γνώρισαν ποτέ την ευτυχία, κι αν τη γνώρισαν, δεν τη θυμούνται πια… Δε ζουν. Ξεχνιούνται. Αναλώνουν τις ώρες που τους απέμειναν κυνηγώντας απλήρωτους λογαριασμούς, παίρνοντας δάνεια για να αγοράσουν άχρηστα πράγματα, ή αποχαυνωμένοι μπροστά στα σαχλά σίριαλ και στις πλαστικές ειδήσεις της τηλεόρασης… Οι συμβουλές τους στα παιδιά τους: κοίτα να βολευτείς, κοίτα να χωθείς στο Δημόσιο, να ‘χεις το κεφάλι σου ήσυχο… Τι ακριβώς σημαίνει «βολεύομαι»; Είναι απαραίτητα κάτι καλό; Και από πότε η ησυχία του κεφαλιού αποτελεί «όνειρο ζωής»;
Θα ‘θελα να ‘χα το θάρρος να τολμήσω να κάνω ωραίες ερωτήσεις σ’ αυτούς τους ανθρώπους, όπως «τι αγαπάς να κάνεις;» και «είσαι ευτυχισμένος-η;». Το πιθανότερο είναι να με κοίταζαν με μια έκπληκτη, όλο απορία έκφραση, σα να τους είπα μόλις, «παντρευτήκατε μεσάνυχτα σε νεκροταφείο;» ή «έχετε σκεφτεί ποτέ να μεταναστεύσετε στην Αφρική;». Κι ύστερα από τη βεβιασμένη τους, σαφέστατα ανεπαρκή απάντηση, θα άρχιζαν να ψουψουρίζουν συνομωτικά με τους ομοίους τους: δε σου φαίνεται πως αυτή η κοπελιά είναι λίγο «γεια σου»;
Πόσα καμμένα δάση… Ποιος έφταιξε; Σίγουρα όχι το κράτος, κι ας συνέλαβε το συγκυβερνήτη του ρωσικού πυροσβεστικού αεροσκάφους που ήρθε να μας ενισχύσει, επειδή χρωστούσε στο ελληνικό δημόσιο 600 ευρώ(!). Σίγουρα όχι το κράτος, που φρόντισε να επανδρώσει το πυροσβεστικό σώμα της χώρας μας όχι με τους πιο ικανούς, αλλά με τους πιο… αγαπημένους του! Σίγουρα όχι το κράτος, κι ας κάνει τα στραβά μάτια στις αυθαίρετες μεζονέτες που χτίζονται με ραγδαίους ρυθμούς στα καμμένα της περσινής και της προπέρσινης χρονιάς… Σίγουρα όχι το κράτος, κι ας απειλεί με, επίφοβες για την ύπαρξη των δασών, αναθεωρήσεις άρθρων… Τι απέγινε η Πάρνηθα, η «άμεσα αναδασωτέα», αλήθεια; Έσπευσαν να τηρήσουν την υπόσχεσή τους όπως-όπως, φυτεύοντας άτσαλα ελατάκια στις απονεκρωμένες πλαγιές της, δίχως να λογαριάζουν τις προειδοποιήσεις των οικολόγων που επεσήμαιναν πως τα δενδράκια είχαν φυτευτεί σε λάθος εποχή, και χωρίς να έχουν την απαιτούμενη σκιά που θα τους ήταν απαραίτητη ώστε να επιβιώσουν…
Πόσα καμμένα δέντρα – τι κρίμα, τι κρίμα! Αλήθεια, τι φαΐ έχουμε για βραδινό; Λοιπόν, παιδί μου, μάζεψε όσους μπορείς να ψηφίσουν τον τάδε, να βγει υπουργός και να σε βολέψει προσεχώς στο πυροσβεστικό σώμα!
Οι άνθρωποι που απαρτίζουν τη συναυλία που γίνεται για την απελευθέρωση του Θ. Ηλιόπουλου, φορούν όλοι τους αλλόκοτα ρούχα κι έχουν αχτένιστα μαλλιά κι άβαφα – οι κοπέλες - πρόσωπα. Τους παρατηρώ λίγο παραξενεμένη με την άκρη του ματιού μου. Δε μοιάζουν να δίνουν ιδιαίτερη σημασία στην εμφάνισή τους – αυτό σημαίνει πως δεν εργάζονται κάπου; Έχω αποκρυσταλλώσει την άποψη ότι σε μια δουλειά σε προσλαμβάνουν πρώτα από όλα για την ευπρέπεια του ντυσίματός σου και για το πόσο ευχάριστο φαντάζει το φτιασιδωμένο σου πρόσωπο – τεχνητά ή μέσω της ψευτοχαρούμενης έκφρασής που υποχρεώνεται να πάρει.
Νιώθω άβολα μέσα σε αυτούς τους ανθρώπους. Νιώθω ξένη, πουλημένη, υποταγμένη. Εγώ ντύνομαι συντηρητικά και βάφομαι, γιατί έτσι με υποχρέωσαν. Ζω εγκλωβισμένη σε μια ήσυχη, προσεχώς μίζερη ζωή, δίχως να παρατηρώ τι γίνεται γύρω μου. Σ’ ένα μεταίχμιο ζωής και θανάτου ισορροπώ. Δεν έχω θάρρος να παλέψω για τα ζόρικα όνειρά μου, μα θα ‘ναι το τέλος μου αν υποταχτώ ολοκληρωτικά, αν βρω «μια δουλειά», αν φτιάξω στη συνέχεια «μια ωραία οικογένεια»… Κάνω σχηματικά βήματα προς τα μπρος χωρίς να κουνιέμαι εκατοστό από τη θέση μου. Βλέπω που πάω, κι όμως δε θέλω να φτάσω εκεί – στον κόσμο της παραίτησης, της συνήθειας, της «ησυχίας του κεφαλιού». Αυτά τα πρόσωπα που με περιστοιχίζουν έχουν μια φλόγα, μια δύναμη, μια νίκη στο βλέμμα τους…
Τους ζηλεύω. Θέλω να πάω μαζί τους. Να μου υποδείξουν ένα φως μέσα στην τόση μαυρίλα. Μαζί τους να πιστέψω ότι μ π ο ρ ε ί να υπάρξει ένας κόσμος όπου δε θα σε φυλακίζουν «προς παραδειγματισμό», επειδή τόλμησες να αντιδράσεις σε ένα κατεστημένο που προμηθεύει με όπλα τους δολοφόνους σου… Ένας κόσμος όπου δε θα σε εξαναγκάζουν να πιεις βιτριόλι επειδή τόλμησες να κραυγάσεις για την εκμετάλλευση που υφίστασαι ως άνθρωπος και εργαζόμενος. Ένας κόσμος όπου ο πλούτος της φύσης θα προστατεύεται σαν κάτι ιερό…
Ένας κόσμος που, πάνω από όλα, οι άνθρωποι θα ν ο ι ά ζ ο ν τ α ι ο ένας για τον άλλον… … και δε θα σηκώνονται κάθε πρωί, περνώντας μέσα από καμένα δάση, σκοτωμένα παιδιά και ένστολα μαντρόσκυλα των αφεντικών τους, για να πάνε, απλά και μόνο, στη δουλειά τους. . .
Δημοσίευση στο stixoi.info: 25-08-2009 | |