Σκοτεινέ Ιππότη Δημιουργός: Νεράιδα Ερατώ, Τζέσσικα Μερκουριάδη Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Σκοτεινέ ιππότη,
Αυτή τη στιγμή που σου γράφω, η ώρα είναι τρείς τα ξημερώματα και είκοσι εφτά λεπτά, το τικ τοκ του ρολογιού είναι η υπενθύμιση μου για το ότι ο Μορφέας δεν με δέχθηκε στην αγκαλιά του, όπως δέχθηκε εσένα, σε έναν κόσμο ήρεμο, πέρα από το πραγματικό σε μία ουτοπία αισθημάτων και αναμνήσεων που χαϊδεύουν το μυαλό με στοργικά κύματα .Έχουν περάσει ώρες από το τελευταίο σου τηλεφώνημα, μου έχει λείψει η φωνή σου, πόσο θα’ θελα να σ’ έχω εδώ μαζί μου, να μου ψιθυρίσεις στο αυτί πως όλα θα πάνε καλά, πως δεν θα’ πρεπε να φοβάμαι μη πληγωθώ γιατί δεν θα το επιτρέψεις, και να μου χαρίσεις ένα από τα φιλιά σου που μου κόβουν την ανάσα. Αναρωτιέμαι άμα το θεωρείς εγωιστικό εκ μέρους μου να ζητώ πράγματα μάλλον αδύνατα από την καρδιά σου, ίσως να με θεωρείς ανώριμη για την τυφλή μου πίστη στην αγάπη και στον έρωτα, ίσως να σ’αρέσει να με τυραννάς με παιχνίδια του μυαλού, ίσως να ξέρεις κατά βάθος ότι ποτέ δεν θα μπορέσεις να με αγαπήσεις όπως το εύχομαι και απλά να απολαμβάνεις την δύναμη, την εξουσία που ασκείς πάνω μου.
Όπως και να’χει το θέμα, γνωρίζεις πολύ καλά ότι δεν έχω την αυτοσυγκράτηση σου στον τομέα των αισθημάτων και δεν μου είναι εφικτό να απαγορεύσω στην καρδιά μου να χτυπά πιο γρήγορα απ’ ότι συνηθίζει κάθε φορά που σε βλέπω, ούτε μου είναι δυνατό να μουδιάσω την ζήλια που νιώθω όταν μου λες για γυναίκες –αράχνες που προσπαθούν να σε παγιδεύσουν στους ιστούς τους. Το ξέρεις ότι έχω ανάγκη έναν άνθρωπο που θα με αγαπήσει, θα με τυλίξει σε μία αγκαλιά παρόμοια με αυτή της θάλασσας που θα με κρύψει από ψέματα και ανθρώπους, από πόνους και στεναχώριες, όπως γνωρίζεις και για την ανικανοποίητη μου δίψα για το γνώρισμα της ζωής και όλες τις εκπλήξεις της, όμορφες και άσχημες.
Μου είναι γνωστό όμως ότι η κατάστασή μας είναι αλύτρωτη διότι η φλόγα δεν μπορεί να ερωτευτεί το νερό, ούτε ο ήλιος την σελήνη, όπως και εγώ εσένα. Μα σε αυτόν τον τρελό κόσμο που μόλις τώρα άρχισα να εξερευνώ, άκουσα για την αγάπη ενός ήλιου και μιας σελήνης, ενός Ρωμαίου και μιας Ιουλιέτας, ενός ονείρου που ποθώ να νιώσω με όλη μου την καρδιά, πίστεψέ με, μου δόθηκε και η ευκαιρία να μυρίσω το γλυκό άρωμα του πάθους, θαρρώ πως θα σου άρεσε πολύ η μυρωδιά αυτή, θύμιζε το γλυκό χάδι ενός αδύναμου ανέμου κάποιο βράδυ του καλοκαιριού, θύμιζε την ανατολή του ήλιου που εκτοξεύει χρώματα στον πρωινό καμβά, θύμιζε το λιώσιμο των πάγων μιας παγιδευμένης καρδιάς, της δικιάς μου καρδιά, η οποία παγιδευτικέ μεταξύ του σωστού και του λάθους, του αισθήματος και της λογικής και πια δεν ξέρει που βρίσκεται το άσυλό της. Έτσι για να την προστατέψω από την αλμύρα του πόνου, την κλείδωσα σε ένα κουτί και την πέταξα στον βυθό του ωκεανού μας, τα φύκια της βρήκαν καινούργιο σπίτι όπου σε περιμένει μαζί με τα σιωπηλά ψάρια, και μόνο εσύ μπορείς να την βοηθήσεις να ξεφύγει από το μπουντρούμι της, αφού μόνο σε εσένα ανήκει το κλειδί της.
Η καρδιά μου είναι δική σου,
Δεν θέλει να υπακούσει στο κάλεσμα κάποιου άλλου, ούτε μπορείς να την αναγκάσεις,
Ήρθε η ώρα να επιλέξεις αν θα την αφήσεις στην άβυσσο να σε λησμονεί ή αν θα την δεχθείς στην αγκαλιά σου.
Απλά να ξέρεις, το Σ’ αγαπώ μου θα σε περιμένει, μα το χρονόμετρο είδη άρχισε να μετρά αντίστροφα.
Τικ τοκ
Ο χρόνος τελειώνει,
Πρέπει να κάνεις μια επιλογή.
Δημοσίευση στο stixoi.info: 21-10-2009 | |