Μαχίγκαν Σκίιζχικγ

Δημιουργός: La Petite, ΧΙΩΤΗ ΣΩΤ. ΕΙΡΗΝΗ

Καλημέρα... με τους Ινδιάνους σήμερα στην Αμερική....

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

ΜΑΧΙΓΚΑΝ ΣΚΙΙΖΧΙΓΚ (ΜΑΤΙΑ ΛΥΚΟΥ)

Κι ενώ σκεφτόμουν τι να ανεβάσω σήμερα... καθώς διάβαζα κάτι μαζί με τον καφέ μου το πρωί (τη Μικρή Μάγισσα δηλαδή), η Τέχνη καθόρισε από μόνη της τι θα ανεβάσω... ένας συνθέτης είπε κάποτε ότι τα τραγούδια μιλούν τη δική τους γλώσσα...

Τα μάτια σαν της μυγδαλιάς
δακρύζουν μα δε κλαίνε
ριζώνουνε στη χαραυγή
γλυκό καημό και φταίνε

Τα μάτια τα θαλασσινά
αν τύχει και κοιτάξεις
δε θα βρεις άγκυρα ποτέ
κι ούτε γιαλό ν' αράξεις

Τα μάτια σαν της Λύκαινας
δείχνουνε την ψυχή της
αν και τα δεις τα κουβαλά
η σκέψη σου μαζί της

Τα μάτια σαν της Μάγισσας
μαγεύουνε και καίνε
είναι μαχαίρια στην καρδιά
χίλια τραγούδια λένε

Τα μάτια Καμηλιέρισσας
στην έρημο ταξίδι
ίσκιο δε θα βρεις και νερό
σε χάνι ούτε στασίδι

Τα μάτια από τη Μπαρμπαριά
κοίτα μη τ' αντικρίσεις
θα πάρεις δρόμο αγύριστο
φευγιού και θα δακρύσεις

Γεννήθηκε στις 04 / 11 / 2009
00:25 π.μ.

Τα μάτια της Λύκαινας
συμπληρώθηκαν μόλις.. Μαχίγκαν Σκίιζχιγκ
είναι τα μάτια του Λύκου σε Ινδιάνικη διάλεκτο όπως
προκύπτει από το βιβλίο....

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ "ΜΙΚΡΗ ΜΑΓΙΣΣΑ"
ΣΙΛΙΑ ΡΙΣ - ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ

Κοίταξα γύρω μου. Υπάρχουν κρεβάτια φτιαγμένα από ελαστικά κλαδιά ελάτου και από μαλακή φτέρη, καλυμμένα με χοντρές γούνες. Καλάθια και πήλινα σκεύη είναι τοποθετημένα στη σειρά στους τοίχους. Αλλά δε φαινόταν να υπάρχει κανείς άλλος εκεί μέσα. Ούτε ίχνος από τον παππού του.
Σαν να τον κάλεσα με τη σκέψη μου, ο γέροντας εμφανίστηκε μέσα από τις σκιές.
Μιλούσε τη δική του γλώσσα. Και το αγόρι απαντούσε.
"Την έφερα".
Ο γέρος είπε κάτι. Έμοιαζε με όνομα, αλλά δεν ήταν κάτι που θα μπορούσα να το μεταφέρω στο χαρτί.
"Τι είπε;"
"Είναι το όνομα που έβγαλε για 'σένα: Μαχίγκαν Σκίιζχιγκ. Έτσι θα σε φωνάζει. Μάτια του Λύκου".
"Και γιατί με φωνάζει έτσι;"
"Γιατί; Εμένα με φωνάζουν όπως με φωνάζουν, επειδή το γέλιο μου είναι σαν τη φωνή της κίσσας και μου αρέσει να φοράω φανταχτερά πράγματα, και ο παππούς μου είναι ο άσπρος Αετός, επειδή έχει λευκά μαλλιά και φοράει φτερό.. έτσι και εσύ έχεις μάτια λύκου".
Σούφρωσα τα φρύδια μου προσπαθώντας να καταλάβω τι εννοούσε. Οι μόνοι λύκοι που έχω δει ήταν εκείνα τα κεφάλια που ήταν καρφωμένα στην Αίθουσα Συνεδριάσεων...
"Δεν έχετε λύκους στην πατρίδα σου;"
"Ίσως στο βορρά, στη Σκοτία, αλλά όχι στην Αγγλία - τους έχουν σκοτώσει όλους".
Ο Κίσσα μίλησε στον παππού του και εκείνος κούνησε το κεφάλι του. Ύστερα ο Κίσσα γύρισε σε 'μένα.
"Λέει ότι αυτό είναι κακό".
"Γιατί;", ρώτησα. "Σκοτώνουν τα πρόβατα και τα αρνιά, μερικές φορές και παιδιά, και μπορούν να επιτεθούν σε άνθρωπο".
Ο γέροντας σήκωσε τους ώμους του και μίλησε.
Ο Κίσσα έγνεψε συμφωνώντας. "Λέει ότι τα πάντα έχουν τη θέση τους στον κόσμο, και λύκοι και άνθρωποι".
Ο γέροντας μίλησε πάλι.
"Του θυμίζεις μια λύκαινα που ήξερε κάποτε. Ήταν άγρια, περήφανη και γενναία, αλλά δεν αξιοποιούσε όλες τις δυνάμεις της. Ζούσε στην άκρη της αγέλης. Την είχαν διώξει από την αγέλη, αλλά επέστρεψε αναγκαστικά, γιατί δεν ήταν αρκετά μεγάλη, ώστε να επιβιώσει χωρίς τους άλλους. Ο παππούς μου βλέπει την ίδια άγρια περηφάνια σε 'σένα. Δε θέλεις να υποκλίνεσαι σε κανέναν, αλλά είσαι νέα και η ζωή στο περιθώριο δε σε βολεύει".
"Τι της συνέβη της μικρής λύκαινας;"
Ο γέροντας απάντησε, αλλά το αγόρι φαινόταν πως δίσταζε να μεταφράσει τα λόγια του παππού του...

..............................

Ο Κίσσα με οδήγησε πίσω στις σπηλιές, αυτή τη φορά από διαφορετικό δρόμο.
"Τι είπε για τη νεαρή λύκαινα; Είπε τι της συνέβη;". Ρώτησα, όταν επιτέλους βγήκαμε στο φως του απογεύματος την ώρα που σουρούπωνε.
"Δεν ξέρει. Κάποια μέρα εξαφανίστηκε. Μπορεί να έφυγε από εκεί, ή...."
"Ή τι;"
"Ή μπορεί να της επιτέθηκαν και να την έκαναν κομματάκια".
Πολύ δυσοίωνη ιστορία. Δεν απορώ που δεν ήθελε να μου την πει. Ίσως ο γέροντας να έκανε λάθος. Ίσως όλα αυτά να τα φανταζόταν, να ήταν κάτι που το επινόησε η δεισιδαιμονία των ιθαγενών...

............................

Είδα τη λύκαινα. Ήμουν στην άκρη του δάσους και έψαχνα για καρύδια που ίσως να είχαν πέσει από τους σκίουρους. Μερικά έχουν χάσει τον καρπό τους και δεν έχουν και πολύ καλή γεύση, αλλά μπορούμε να τα αλέσουμε με βελανίδια, για να φτιάξουμε αλεύρι, και τα βουτυράτα καρύδια είναι τώρα καλύτερα από ποτέ. Καθάριζα το χιόνι και μάζευα από 'δω και από εκεί, όταν ένιωσα τσιμπηματάκια στο δέρμα μου. Κοίταξα ψηλά περιμένοντας να δω τον Κίσσα και απορώντας τι γύρευε εδώ, όταν την είδα, ούτε δέκα μέτρα από μένα.
Έμοιαζε πολύ με σκυλί, αλλά ήταν μεγαλύτερη, με γκριζωπή και σταχτιά γούνα, με απαλές βούλες στο λαιμό, όπου το τρίχωμα πύκνωνε και ήταν φουντωτό, ενώ μια μαύρη ρίγα έφτανε ως το πίσω μέρος.
Στεκόταν με τα χοντρά μπροστινά της πόδια.. είχε φαρδείς ώμους και στήθος. Τα πλευρά της ήταν πιο αδύνατα και κινούνταν μέσα έξω με την αναπνοή της, ενώ το σώμα της λέπταινε προς τα πίσω με αδύνατα πίσω πόδια και ισχνά πισινά. Ήταν λαχανιασμένη. Ξεφυσούσε στον κρύο αέρα και η κόκκινη γλώσσα της κρεμόταν μέσα από τα μακριά και άσπρα δόντια της. Τα μάτια της ήταν χρυσαφιά. Με κοιτούσε και την κοιτούσα.
Δεν φοβόμουνα. 'Ηθελα μόνο να φύγει. Η πείνα θέριζε το στομάχι της και ξέρω ότι είχαν στήσει παγίδες γι' αυτή στην άκρη του δάσους.
Μείναμε και οι δυο ακίνητες για μια στιγμή, και αμέσως μετά γύρισε και έφυγε, σαν να άκουσε το μήνυμά μου, αφού τινάχτηκε απότομα. Η σκούρα της μορφή χάθηκε στο πυκνό και σκοτεινό δάσος....

......................

Περάσαμε δίπλα από την Αίθουσα Συνεδριάσεων. Είχαν πιάσει άλλον ένα λύκο. Το φρεσκοκομμένο του κεφάλι έσταζε αίμα πάνω στο χιόνι που έπεφτε. Τα γυμνωμένα του δόντια γρύλιζαν αμυντικά και τα μάτια του, που γυάλιζαν από το θάνατο, ακόμη έλαμπαν με το κίτρινο χρώμα τους. Ελπίζω να μην είναι ο λύκος που είδα στην άκρη του δάσους, αλλά εν πάση περιπτώσει δεν μπορώ να διακρίνω αν είναι ο ίδιος...

Δημοσίευση στο stixoi.info: 05-11-2009