Μεγάλη Αικατερίνη (επεισ 14)

Δημιουργός: marakoskevasmata, Μάριος

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Η Βασιλική κολυμπήθρα (King size) θερμαινόμενη στη βάση της απο ένα μικρό μαγκάλι ,είχε ήδη στηθεί στο μέσον του ναού , ενώ από πάνω της το μάτι του Ύψιστου, παρακολουθούσε νηφάλια τα πάντα και τους πάντες, σαν τις κάμερες ασφάλειας της εποχής μας.
Γύρω απ την κολυμπήθρα τέσσερις ευσταλείς και αποφασισμένοι για όλα βουτηχτάδες, με τσιρότο στο στόμα ( για να μη ξεστομίσουνε ρατσιστικά συνθήματα) και με μπρατσάκια από φελλό στους βραχίονες, ήταν πανέτοιμοι να επέμβουν σε περίπτωση που η νεαρή πριντζηπέσα δεν θα μπορούσε ν αναδυθεί,ενώ περιμετρικά ένας μεγάλος κύκλος από εστεμμένους έβαζε στοιχήματα προσμένοντας με ανυπομονησία το μακροβούτι της.
Εν τω μεταξύ η αυτοκράτειρα, είχε για τα καλά πλασαριστεί φαρδιά πλατιά στον άνετο Πατριαρχικό θρόνο μιάς και ο Ρώσος Πατριάρχης λόγω τσιρλιακού, δεν θα μπορούσε να φέρει σε πέρας το Μυστήριο .
Ο Πετρής ως ανάδοχος, είχε ήδη απομακρυνθεί από το χώρο με βουλωμένα με κερί τ αυτιά του, γιατί δεν θάπρεπε ν ακούσει το όνομα της βαφτισιμιάς και μέλλουσας συζύγου του.
Εν τω μεταξύ η Σοφία μέσα στο στενόχωρο μαγιό της που την έκανε ν ασφυκτιά και τρέμοντας από το φόβο, ρωτούσε πιεστικά την τροφό της και διαστροφό της Μεσαλίνα Μπλεξμπούτενμπεργκ, στο τι χρειαζότανε το πελώριο «τσουκάλι» , το μπουκάλι με το λάδι ,καθώς και το μεγάλο ψαλίδι που κρατούσε ο επίτροπος του Ναού Ιορδάνης Καντηλανάφσκι.
Όμως απάντηση δεν έπαιρνε και πανικοβλημένη άρχισε να τσιρίζει ξεσηκώνοντας ευγενείς και αγενείς εντός και εκτός του ναού..
«Βοήθεια,αυτοί θα με κουρέψουν σαν πρόβατο, θα με λαδώσουνε και μετά θα με μαγειρέψουνε στο τσουκάλι!»
Τότε σαν από μηχανής Θεός ο Μιχαήλ Στρουγκώφ ακούγοντας τις φωνές της ,άνοιξε δρόμο με το μπαστούνι του και σίμωσε σκουντουφλώντας κοντά της κραυγάζοντας..« Τάταροι ,κάτω τα χέρια απ την παρθένα μας».
Τότε έγινε το έλα βαφτίσι να δεις, καθώς στο άκουσμα της λέξης «Τάταροι» εισβάλανε οι Κοζάκοι σωματοφύλακες της αυτοκράτειρας ,κάνοντας με προτεταμένες τις ξιφολόγχες τους ασπίδα γύρω της.
«Θεέ μου,θα πάω και σουβλιστή» πρόκανε να ψελλίσει η Σοφία, πριν σωριαστεί στο πάτωμα.
Ξαφνικά ακούστηκε ..«Ταίς θύραις, ταίς θύραις» και ξεμπουκάρανε αλαφιασμένοι παπάδες με θυμιατήρια στα χέρια , ακολουθούμενοι από φρεσκοκουρεμένα παπαδάκια που κρατούσαν εξαπτέρυγα και λαμπάδες ,ενώ απ την Ωραία Πύλη ξεπρόβαλε παραπαίοντας και με τον εσταυρωμένο φορτωμένο στην πλάτη,ο αντικαταστάτης του Πατριάρχη επίσκοπος του Σμόλενσκ Παύλος, που επέτεινε τον πανικό κραυγάζοντας.
«ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ,ΟΙ ΒΑΡΒΑΡΟΙ ΕΝΤΟΣ ΤΩΝ ΤΕΙΧΩΝ,ΟΛΟΙ ΣΤΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ !»
Τότε μια τρεμουλιαστή φωνή πού συμπλήρωνε το πάζλ της λωλάδας ακούστηκε έξω από την εκκλησιά .
«Ρε παιδιά, μπας και ακούστηκε το όνομα της βαφτισιμιάς μου για να βγάλω το κερί απ τα αυτιά μου?»

συνεχίζεται

Δημοσίευση στο stixoi.info: 20-04-2010