Τα ξωτικά της γης

Δημιουργός: grifith, Παναγιώτης

Τα υπόλοιπα είναι προϊστορία

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Κάποτε, υπήρξε μια εποχή που τα δάση ήταν άφθονα και τα ποτάμια κρυστάλινα και δροσερά. Μια εποχή που το γρασίδι ήταν πυκνό και το χώμα παχύ και γεμάτο απο τη μαγιά της ζωής. Τα φτερά ανέμελων πουλιών έσκιζαν με σιγουριά το γαλαζιο του ουρανού και ύστερα βουτούσαν σαν βέλη στον αφρό του κύματος για να βγουν λίγο αργότερα με ψάρια στα ράμφη τους, τρόπαια στον αέναο κύκλο της ζωής.

Μερικοί θα υπαινιχθούν οτι αυτή η εποχή δεν υπήρξε ποτε, αλλά αυτοί έχουν διαβάσει το παρακάτω και ντροπή τους.


Η εποχή αυτή της οργιάζουσας φύσης και των γλαφυρών περιγραφών ήλθε και παρήλθε αφήνωντας λίγα και δυσδιάκριτα ίχνη για τον σημερινό ερευνητή. Και αυτό, μαζί με το γεγονός οτι ο σημερινός ερευνητής δεν είναι και τόσο έξυπνος, είναι ο λόγος που δεν έχουμε μάθει τίποτα για τους Γουάναμπλις.

Οι Γουάναμπλις, όπως και οι Κρικιτίνο, οι Παρανάου και οι Ματακανέγιο ήταν φυλές ξωτικών που τριγύριζαν ελεύθερα στην τεράστια ζούγκλα που κάλυπτε όλην την επιφάνεια του γνωστού τους κόσμου (δηλαδή την Βραζιλία, την Μάλτα, την Φινλανδία, τμήματα από το Βατικανό, τις Άλπεις και την Ταζμανία καθώς και την λαϊκή δημοκρατία του Κογκό) και έψαχναν αφορμές για να τσακώνονται. Κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο ξέσπαγε κι ένας μεγάλος πόλεμος ανάμεσα στην μία φυλή ή την άλλη και συχνά και οι φυλές που δεν συμμετείχαν ζήλευαν και ξεκινούσαν δικό τους πόλεμο. (Με την λογική ο νικητής του ενός να πολεμήσει τον νικητή του άλλου για να βγει ο πρωταθλητής της βδομάδας). Τελικά όμως όλο και κάποιος σκότωνε κάποιον απο λάθος φυλή και τα πράγματα μπερδεύονταν τόσο που τα ξωτικά δεν θυμόντουσαν ποιός πολεμάει ποιόν κι έτσι δεν ήταν σπάνιο να δεις έναν Παρανάου να χαιρετάει έναν Κρικιτίνο και μετά να σκοτώνει έναν Γουάναμπλις που παραμόνευε έναν Ματακανέγιο που ετοιμαζόταν να σκοτώσει τον Κρικιτίνο που είχε μόλις χαιρετήσει ο Παρανάου ο οποίος τελικά μπερδευόταν τόσο πολύ που αυτοκτονούσε. (Για να το δεις θα έπρεπε να είσαι εκεί, και να την γλιτώσεις, πράγμα πολύ σπάνιο αλλά τι να γινει.)

Όπως καταλαβαίνετε σε κάθε τέτοιο πόλεμο οι φυλές πλήρωναν μεγάλο φόρο αίματος αλλά δεν φαινόταν να νοιάζεται κανένας και υπήρχε λόγος γι αυτό. Το μόνο πράγμα που αγαπούσαν οι φυλές να κάνουν πιο πολύ από τον πόλεμο ήταν το σεξ. Αν κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο γινόταν ένας μεγάλος πόλεμος, κάθε δεύτερη μέρα στα δάση των ξωτικών γινόταν ένα μεγάλο όργιο.

Προς απάντηση σε όσους διαμαρτύρονται για την τροπή που έχει πάρει η μέχρι τώρα πολιτικά ορθή ιστορία θα πω οτι κι εσείς άμα ήσασταν σε ένα δάσος γεμάτο ζωή κάτω από το φεγγάρι περιτριγυρισμένοι από λουλούδια, μελισσούλες, αρώματα και ξωτικούς ή ξωτικιές και κανένας δεν είχε τηλεόραση, το ίδιο θα κάνατε.

Στα ξωτικά λοιπόν άρεσε να κάνουν σεξ. Και στην χρυσή εποχή πριν την καθιέρωση της προστασίας αυτό σήμαινε πολλά μωρά... Πολλά πολλά μωρά. Αρκετά για να υπάρχει ένας βιώσιμος ρυθμός αντικατάστασης των ξωτικών που πέθαιναν. Οπότε όλα έβαιναν ομαλά στην ζωή και τον θάνατο των Γουάναμπλις, των Κρικιτίνο, των Παρανάου και των Ματακανέγιο, των ξωτικών που κατοικούσαν τον πλανήτη αρκετά εκατομύρια χρόνια πριν το πρώτο προφυλακτικό.

-Ντάξει αυτό ήταν τελείωσε!! Διαλυθείτε και πηγαίντε σπίτια σας. Δεν έχει τίποτα να δείτε εδώ!
-Όχι, σε παρακαλούμε δεν μπορεί να τελειώσει έτσι!
-Γιατί τι άλλο θέλετε;
-Θέλουμε να δούμε και καταστροφή. Δεν μας φτάνει το αίμα, το σεξ, και το κοινωνικό περιεχόμενο. Θέλουμε δραματικό φινάλε. Θέλουμε να εξαφανίσεις τα ξωτικά από την γη για να έρθουμε μετά εμείς.
-Καλά καλα!

...Οπότε όλα έβαιναν ομαλά στην ζωή και τον θάνατο των Γουάναμπλις, των Κρικιτίνο, των Παρανάου και των Ματακανέγιο, των ξωτικών που κατοικούσαν τον πλανήτη αρκετά εκατομύρια χρόνια πριν το πρώτο προφυλακτικό, μέχρι που η φυσική επιλογή έβαλε το χεράκι της.
Μια μέρα ή μάλλον μια νύχτα σε αυτό που όλοι νόμιζαν ως το χειρότερο όργιο όλων των εποχών για την φυλή των Γουάναμπλις (ενώ ήταν μόλις το δέκατο τέταρτο χειρότερο) προέκυψε το ζευγάρι μεταξύ του πιο τολμηρού και ανεγκέφαλου ξωτικού και τις πιο προδιατεθημένης να γελάσει όταν κάποιος άλλος πέφτει θύμα φάρσας ξωτικιάς. Το αποτέλεσμα, όπως τα γονίδια υπαγορεύουν, ήταν ο μεγαλύτερος ξωτικός εκτελεστής επικίνδυνων φαρσών που γεννήθηκε ποτέ και δεν λέω το όνομά του για να μην τον κάνω σημαντικό.

Θα έχετε προσέξει στις ειδήσεις οτι τίποτα καλό δεν προκύπτει ποτέ από κάτι τέτοιους τύπους. Και πράγματι, κατα την διάρκεια ενός πολέμου μεταξύ των Κρικιτίνο και των Παρανάου μπήκε κρυφά την νύχτα (μια που δεν είχε όργιο) στα στρατόπεδα των δύο παρατάξεων που κοιμόντουσαν και πνίγοντας τα ηλίθια χαχανητά του έβαψε τους μισούς Κρικιτίνο σαν Παρανάου και τους μισους Παρανάου σαν Κρικιτίνο. Το αποτέλεσμα ήταν το επόμενο πρωί οι δύο φυλές (που δεν ήταν οι πιο έξυπνες από τις τέσσερις) να εξοντωθούν μέχρις ενός. Το μόνο που έμεινε από τους ένδοξους Κρικιτίνο και τους όχι τόσο ένδοξους αλλά όσο να ναι τιμημένους Παρανάου ήταν πτώματα με απορημένες εκφράσεις που για τους έμπειρους στον πόλεμο έλεγαν.
"Μα καλά πως ο διπλανός μου που τον ξέρω τόσα χρόνια έγινε Παρανάου" και "γιατί με βαράνε αφού δεν είμαι Κρικιτίνο".

Οι δύο φυλές που απέμειναν, Γουάναμπλις και Ματακανέγιο λυπήθηκαν πολύ για την απώλεια των αδερφών τους αλλά κυρίως γιατί τώρα ο πόλεμος δεν θα είχε πλάκα πια. Και όντως μετά από καναδύο δεύτερα Σαββατοκύριακα οι Ματακανέγιο με την πρόφαση οτι το όνομά τους ήταν ηλίθιο (που δεν ήταν και τόσο πρόφαση) το άλλαξαν σε Γουάναμπλις και έτσι από τις τέσσερις κραταιές φυλές ξωτικών που άλλωτε περιδιάβαιναν τις εκτάσεις του πλανήτη έμεινε μόνο μία.

Όπως ήταν επόμενο πόλεμος δεν μπορούσε να γίνει πια ούτε καν για το θεαθήναι και αυτή η μακραίωνη παράδοση των ξωτικών έσβησε σε μια νύχτα. Αργότερα, πολλά ξωτικά θα σκέφτονταν αυτή τη νύχτα με αναπόληση καθώς μνήμες από τον πόλεμο θα γίνονταν όλο και πιο μακρινές και ο πόλεμος όλο και πιο αναγκαίος. Άλλα ξωτικά βέβαια θα θυμόντουσαν μόνο το όργιο, το μεγαλύτερο σε όλη την ιστορία των ξωτικών.

Γιατί μπορεί ο πόλεμος (ελλείψει αντιπάλου) να έγινε παρελθόν αλλά κανείς δεν έβρισκε λόγο να σταματήσουν τα όργια. Και το ένα διαδεχόταν το άλλο και κάθε δεύτερη νύχτα ο πλυθησμός των Γουάναμπλις αυξανόταν και αυξανόταν και αυξανόταν και σύντομα κανένας δεν θυμόταν πια ποιανού παιδί είναι ποιό. Και ούτε και σημασία είχε δηλαδή γιατί το σημαντικό ήταν πως να τα ταϊζουν. Οι πόροι του πλανήτη (δηλαδή της Βραζιλίας, της Μάλτας, της Φινλανδίας, τμήματων από το Βατικανό, τις Άλπεις και της Ταζμανίας καθώς και της λαϊκής δημοκρατίας του Κογκό) εξαντλούντω με όλο και πιο γρήγορους ρυθμούς.

Οι λίγοι σώφρονες Γουάναμπλις που είχαν απομείνει προσπάθησαν να προειδοποιήσουν τους άλλους με μια εξτρατεία "make war not love" και άλλες πρωτοβουλίες, όπως η αποτυχημένη προσπάθεια εφεύρεσης της τηλεόρασης. Το μόνο όμως που κατάφεραν ήταν να μην τους καλούν πλέον στα όργια κι έτσι η πιο μεγάλη, πο δοξασμένη και πιο τελευταία φυλή ξωτικών που πάτησε το πόδι της στον κόσμο οδήγησε τον εαυτό της στην εξαφάνιση (άντε τώρα να το μαντέψει αυτό ο σύγχρονος ερευνητής).

Μερικά εκατομύρια χρόνια πέρασαν και αφού έλλειπαν τα ξωτικά, άλλα ζώα εξελίχθηκαν και άρχισαν να σχηματίζουν κοινωνίες. Ζώα σαν τον αυστραλοπίθηκο έδειξαν οτι μπορούν να γίνουν το νέο κραταιό είδος. Τότε όμως ο Θεός που είδε τι κακό μπορεί να προέλθει από την φυσική επιλογή έφτιαξε τον άνθρωπο από χώμα και τον φύτεψε στην γη λίγες χιλιάδες χρόνια πριν το πρώτο προφυλακτικό. Τα υπόλοιπα είναι προϊστορία.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 04-07-2010