Βοτσαλάκια Δημιουργός: aival Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info ακολούθησα τα σημάδια του στην άμμο και τον βρήκα να κάθεται στην άκρη της θάλασσας.
- τί κάνεις εκεί;
με κοίταξε με απορία.
- .. πάιζω με τα βότσαλα
- δηλαδή;
- παίρνω τα βότσαλάκια που βγάζει έξω το κύμα και τα βάζω σε μία σειρά. Να κοίτα!
μία σειρά απο γυαλιστερά βόσταλα φώτιζε την βρεγμένη άμμο.Αλλα μικρά, άλλα μεγάλα.
- σου αρέσει αυτό;
- ναι. κοίτα πώς γυαλίζουν! κάποια είναι μεγάλα, κάποια μικρότερα. όλα όμως είναι τόσο όμορφα όταν βγαίνουν απ το νερό.
- ναι είναι όμορφα. αν τα αφήσεις όμως αρκετά έξω θα δείς οτι στεγνώνουν. Αλλάζουν χρώμα. Γίνονται όλα ίδια.
γύρισε και με κοίταξε με τα μεγάλα του μάτια απότομα. έσφιξε τα φρύδια του με αγριάδα. Εμεινε να με κοιτάει στα μάτια έτσι. έχασα την αυτοκυριαρχία μου. άρχισα να κάνω άτακτα βήματα εδώ και εκεί.
- μου αρέσει να τα βλέπω έτσι να γυαλίζουν. μου αρ΄σει να τα βάζω σε μία σειρά. Κάθε ένα είναι διαφορετικό απο τα αλλα. κοίτα!
τον κοιτούσα που τα έβαζε σε μία σειρά.
- γιατί τα βάζεις σε σειρά;
- τα βάζω ανάλογα με το μέγεθος τους. Αναάλογα με την μορφή τους και τον ήχο που κάνουν όταν χτυπούν το ένα το άλλο. διαλέγω τα πιο εντυπωσιακά! δεν με νοιάζει αν είναι άσχημα ή όμορφα!
άρχισα να νιώθω αμήχανα. τα βοτσαλάκια του ήταν όλα εντυπωσιακά. Κάποια άσχημα αλλα σμιλεμένα λες χρόνια απο ένα αόρατο χέρι που τους έδινε κάποια παράξενη μορφή.
πήρα ένα απο αυτά και το πέταξα στην θάλασσα. έκανε 2,3 χτυπήματα στα κύματα και βούλιαξε στην θάλασσα. έμεινε να το κοιτά. μετά με κοίταξε με απορία.
- γιατί το έκανες αυτό;
γύρισα και τον άγγιξα τρυφερά στον ώμο.
-ξέρεις... τα πετραδάκια γυαλίζουν όσο βρίσκονται μέσα στην θάλασσα. όσο και να γυαλίζουν όμως είναι πετραδάκια. γυαλίζουν μέχρι να στεγνώσει το νερό. μετά μοιάζουν μόνο με άχρωμες πέτρες που βαραίνουν τις τσέπες μας. Γυαλίζουν όσο είναι κοντά σε αυτό που τα δημιούργησε. Μετά είναι απλώς πέτρες.
με κοίταξε αδιάφορος παίζοντας ακόμη με τις σειρές του. κάποια στιγμή σταμάτησε να παίζει. τα μάζεψε άτακτα και τα έχωσε στις τσέπες του.
- να σου πώ κάτι;
του χαμογέλασα.
- ναι!
- εγώ θέλω να κρατώ τα πετραδάκια γιατί μου θυμίζουν την θάλασσα. αν δεν σου τα έβγαζα έξω απ το νερό δεν θα είχες τίποτα να πετάς! άσε με! είναι καιρός να με αφήσεις να φύγω τώρα.έρχεσαι πίσω μου για να πετάς τα βοτσαλάκια μου. σταμάτα να το κάνεις αυτό! είναι καιρός να με αφήσεις να φύγω..
τον κοίταξα να περπατά μόνος πατώντας πάνω στα κύματα. πόνεσα να τον βλέπω μόνο ξανα.
κατάλαβα οτι ζούσα για να τον κρατώ ζωντανό. τον άφησα να φύγει με τις τσέπες γεμάτες πετραδάκια που έκαναν θόρυβο καθώς χτυπούσαν μεταξύ τους.Κατάλαβα οτι όλες μας οι στιγμές ώς τώρα είναι ένα απο αυτά τα πετραδάκια. Αλλα μικρά άλλα μεγάλα. Γυαλίζουν πάντα όσο είναι κοντά στην πηγή τους. Κάνουν θόρυβο αν τα πετάξεις και ποτέ δεν θα βρείς το ίδιο ξανά. Κατάλαβα οτι αυτός ξέρει πώς να χαρεί ακόμη παίζοντας μαζί τους. Εγώ ήξερα μόνο πώς να τα πετώ μακριά. ναι αυτό το ήξερα καλά. Δεν ήξερα πια να τα μαζέυω.
κοίταξα τα σημάδια του στην άμμο. έφυγε αφήνοντας πίσω του τα σημάδια απο τα χέρια του εκεί όπου έπαιζε. ένα κύμα τα έσβησε και αυτά.
κάτι μέσα μου έσπασε. Δημοσίευση στο stixoi.info: 29-07-2005 |