Το τελευταίο au revoir

Δημιουργός: Ξεθωριασμένη Αστερόσκονη

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Μαύρα γυαλιά, για να μην βλέπεις τα σημάδια
Που αφήνουν οι ατέλειωτες νύχτες
Όταν ο χρόνος αρχίζει να μετρά αντίστροφα, σαν βόμβα.
Όταν το δάκρυ γίνεται άβυσσος για να σε πνίγει το σκοτάδι.
Άσε το νερό στην μπανιέρα να τρέχει, μου δημιουργεί
Την ψευδαίσθηση πως βρέχει. Μια εικονική κάθαρση
Για μας που έτσι κι αλλιώς στο ψέμα ζούμε,
Θέλω σου λέω να ακούω το νερό να τρέχει.
Δεν θέλω να ακούω
Τις μουλωχτές κραύγες ενός ετοιμοθάνατου εαυτού που πασκίζω
Να ξεχάσω. Μην μ’αφήνεις μόνη. Με στοιχειώνει η σιωπή μου.
Οι λέξεις που δεν βρήκαν διέξοδο, η ποίηση που κρύβω
Στα συρτάρια του μυαλού μου.
Βάλε μουσική για να με νανουρίσεις.
Ο θυμωμένος άνεμος κλείνει απότομα τις πόρτες,
Και είμαι ακόμα παιδί στην ψυχή και φοβάμαι.
Κράτα με σαν ανεμώνη που ο άνεμος απειλεί να την σκορπίσει.
Ένα βραχνό ραδιόφωνο οι αναμνήσεις μου
Για να χορεύω επικίνδυνα ταγκό μ’ανθρώπους-σκιές,
Που περνάνε απ’τη μνήμη σαν διάττοντες,
Μια απρόσμενη εκθαμβωτική λάμψη ενός
Δευτερολέπτου. Σαν θέατρο σκιών οι περασμένες στιγμές,
Κι εγώ αντί να ζω ονειρεύομαι.
Έλα να βγούμε ξυπόλητοι στη βεράντα. Καμιά φορά
Τα βράδια μού λείπει η συντροφιά σου. Η ζεστή ανάσα σου
Εκεί που οι λέξεις εξατμίζονται στη μοναξιά της πόλης.
Έλα να βγούμε ξυπόλητοι στη βεράντα, για να κοιτάμε
Στην ίδια κατεύθυνση το τίποτα. Την καμένη λάμπα στην
Άκρη του δρόμου, τον άδειο δρόμο, τους άδειους ανθρώπους
Που όλο πάνε κι όλο έρχονται και προορισμό δεν έχουν.
Πάντα στην ζωή μου ένα προορισμό έψαχνα.
Μα έμενα προσκολλημένη σε
Μια ατζέντα γεμάτη υποσχέσεις που ποτέ δεν κρατούσα,
Όλη μου η οργή κρυμμένη σε εκκολαπτόμενα όνειρα
Που δεν είχαν πάρει ποτέ μορφή,
Ήτανε πάντοτε γράμματα και σκέψεις.
Φέρε μαύρο μελάνι για να αρχίσω να σβήνω ό,τι
Δεν είχε αρχίσει. Κι ένα μεγάλο ρολόι για να θυμάμαι πως ο χρόνος τρέχει
(Κι όσο δεν τρέχεις γρηγορότερα εσύ αυτός θα τρέχει).
Πάντα μπροστά μου ο χρόνος κι εγώ ξωπίσω. Σκυφτή.
Γιατί δίσταζα να τρέξω.
Έλα να σβήσουμε όλα τα φώτα απόψε γιατί θέλω να φοβάμαι.
Πόση φωτιά μπορεί να κρύψει μια καρδιά πίσω απ’τον πάγο;
Έλα να ξαπλώσουμε ανάσκελα, θέλω απόψε να κοιτάω
Με τις ώρες τα αστέρια σαν να ‘ταν ταξιδιώτες που αύριο θα φύγουν.
Θέλω να με κοιτάς να ροκανίζω με τη φωτιά μου τον πάγο,
Όπως ο φόβος ροκάνιζε κάποτε το χρόνο μου.
Μαύρα γυαλιά γιατί νιώθω σαν χάρτινο καράβι στη θύελλα
Όταν κλαίω. Άσε το νερό στη μπανιέρα να τρέχει,
Και κράτα με σφιχτά γιατί είμαι απαρηγόρητη
τώρα που μεγαλώνω. Έλα, έλα να τρέξουμε ξυπόλητοι
κάτω από τ’αστέρια γιατί από σήμερα θα αρχίσω να υπάρχω.
Και στάσου, κάνε μια παύση πριν φύγεις, βάλει τρεις τελείες.
Χάρισε μου το τελευταίο au revoir-γιατί αυτή τη φορά,
Το au revoir δεν θα ‘ναι υπόσχεση,
Αλλά η ζωή μας που αρχίζει.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 07-09-2010