Μια τιμονιά

Δημιουργός: ivikos

(σε αυτούς που γίναν Άγγελοι με τέτοια …τιμονιά…)

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Μιά τιμονιά σε ανάγκασε αλλού να πορευτείς
κι ένα κλεμμένο όνειρο ν’ αναδυθεί στο μέλλον,
νωρίς-νωρίς, κι απρόσμενα στα ξένα ν’ ανοιχτείς
στις γειτονιές της άβυσσου, στις χώρες των Αγγέλων

Καρφώθη το αναπάντεχο στης πίκρας τη ρωγμή
με μια γκαζιά λημέριασαν οι χρόνοι που ποθούσες
κι ως να βρεθείς στο άγνωστο, σκέφτηκες προς στιγμή
να ‘σαι ο Ερωτόκριτος, να ‘ρθούν οι Αρεθούσες.

Στων συντριμμιών το αφόρητο, λουλούδιαζε ο καιρός
μα λασπουριά ξεχείλισε, στων ουρανών το ρέμα,
κι ενώ αγώνα έκανες να μη βρεθείς λερός
προδόθης απ’ τα φρένα σου…πλημμύρισες στο αίμα…

Σαν κάποιος να είπε: «χάνεται»…χωρίς να ξέρεις ποιος,
λίγο απ’ το χτες σου πρόφτασες, το αχόρταγο φιλί της,
άγρια που σε δάγκωσε της μοίρας ο σκορπιός
και « μήνυσες» πως δεν θαρθείς, ξανά μες στην αυλή της.

Μόνος πια στο φορείο σου…βαδίζεις αναιδής…
στης Περσεφόνης τ’ άδυτα τη νύχτα να φορέσεις,
άνοιξε το ένα μάτι σου, για λίγο να με δεις,
και βγάλε μου εισιτήριο της διπλανής σου θέσης

Μια τιμονιά σε ανάγκασε, τον «μαύρο θησαυρό»
να βρεις, κι ανοίγεις τα πανιά τη σκοτεινιά ν’ αλώσεις,
μα ανάβω το λυχνάρι μου, κι έρχομαι να σε βρω
στον δρόμο σου ως τον Κέρβερο, μονάχος να μη νοιώσεις!!!!

27.09.2010


Δημοσίευση στο stixoi.info: 28-09-2010