Παντού

Δημιουργός: Γεωργιρένα, Γεωργιρένα Νεοφύτου

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Νύχτες σαν κι αυτή˙ που απ’ τα κλαριά της ‘μυγδαλιάς
Πετάγονται για να δουν το φως…
Το φως που τους έδωσε ζωή και θα ΄ναι η τροφή τους
Μέχρι να γίνουν αυτά πηγή ζωής

Το φως του φεγγαριού στις μικρές κρυφές πετρούλες
Πασχίζει να ρίξει φως στα μυστικά τους ΓΙΑΤΙ;
Φιλάει τις σχισμές των βράχων τρυφερά
Προσπαθώντας να δώσει αγάπη εκεί που δεν μπόρεσε να αποτρέψει τον πόνο

Στο στερέωμα τ’ ουρανού τ’ άστρα πασχίζουν να την κρατήσουν
Την καλή τους κυρά που κλαίει και θέλει να κατέβει
Ν’ απαλύνει τον πόνο να καθησυχάσει τον φόβο
Απλώνοντας το μάγουλο της στη ζεστή αμμουδιά και στο κρύο χιόνι

Στις σκοτεινές θάλασσες απλώνει το χρυσοκέντητο χαλί της
Να φωτίσει το δρόμο στους ναύτες που χάθηκαν στης νύχτας την άβυσσο
Μέσα στο ξέφωτο ρίχνει μια σκάλα για ν’ ανεβάσει τους διαβάτες
Πέρα απ’ τα βουνά να βρουν το μονοπάτι

Στα στήθη του κάθε νέου κάνει την αγάπη έρωτα
Στα μάτια των μικρών παιδιών τον φόβο ελπίδα
Μες απ’ τις χαραμάδες αγκαλιάζει τον κάθε κοιμισμένο ρίχνοντας φως στα όνειρα
Και σαν γλυκοχαράξει η αυγή δίνει υπόσχεση πως θα ‘ναι πιστή στο αιώνιο καθημερινό της ραντεβού

Εκεί ν’ ακούσει τις εξομολογήσεις που μόνο σ’ εκείνη μπορείς να πεις
Εκεί ζητώντας συγχώρεση που δεν μπορεί να σε ζεστάνει όπως ο ήλιος
Ζεσταίνοντας σου την καρδιά, τη ψυχή και το πνεύμα.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 19-12-2010