το τάμα Δημιουργός: marakos poureitzer, ΜΑΡΙΟΣ ΖΑΜΠΙΚΟΣ Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Ανηφόρησαν με πολλή δυσκολία την "σκάλα την καλή",κεί που αρχοντικά του περασμένου αιώνα όρθωναν το αγέρωχο αναστημά τους με θέα τον γιαλό.
Αναμεσά τους και πολλά "χαλατά',ερειπωμένα απομεινάρια ενός πολέμου, που σάρωσε το νησί και ανάγκασε τους πολλούς να φύγουν σε άλλα μέρη.Εκείνος μια δρασκελιά πριν τα εκατό κι εκείνη λίγο πιό νέα,ερχόντουσαν να εκπληρώσουνε το τάμα τους στον Πανορμίτη, σαν ευχαριστήριο που αξιώθηκαν να φτιάξουν καινούργιο βιός στα ξένα, αλλά και να επισκεφτούνε το σπίτι που έζησαν και σκάρωσαν το πρώτο τους παιδί,πριν το εγκαταλείψουνε και φύγουν με το δισάκι τους γιομάτο όνειρα της νιότης.Μιχάλη μου κουράγιο,όπου νάναι φτάνουμε καλέ μου!
Ναί Δουκισσά μου,νοιώθω πως πλησιάζουμε στο σπιτικό μας.Αφησαν τα μπαστουνάκια τους στην άκρη και κάθησαν για μια ανάσα πάνω σε μιά μεγάλη πέτρα ριζωμένη κοντά τους.
Ο κυρ Μιχάλης φορούσε χοντρούς φακούς και ίσα πούβλεπε περα απ τη μύτη του,έτσι η Δουκισσά του είχε γίνει οδηγός του στα αβέβαια βήματα του.Αρχισαν ξανά πάλι ν ανηφορίζουνε, χαιρετώντας τα παιδιά που κατέβαιναν τα σκαλιά σχεδόν πετώντας.
¨Θυμάσαι κυρά μου που κι εμείς κάποτε δρασκελίζαμε σαν τούτα τίς σκάλες ?¨¨ψέλλισε ρίχνοντας της ένα τρυφερό βλέμμα γεμάτο αγάπη.
Ειναι όμορφο να βλέπεις γερόντια να κρατούνε σφιχτά το χέρι ο ένας τ αλουνού και ν ανηφορίζουνε μαζί τη σκάλα που οδηγεί στην αιωνιότητα.Ετσι και τούτο το ζευγάρι,απο μεγάλο έρωτα παρμένο πολλές δεκαετίες πιο πρίν,έδωσαν μαζί τον όρκο για μια ζωή μοιρασμένη στους δυό τους,με τα καλά και τα κακά της και τα κατάφεραν να ορθοποδήσουνε εκεί έξω στην ξενιτειά.
Επιτέλους το μεγάλο σπίτι φάνηκε και μαζί του ζωντάνεψαν και οι μνήμες.Ομως δεν ήτανε το ίδιο όπως τ άφησαν.
Εκείνη έσπρωξε βιαστικά την σάπια πόρτα στο κατώι τραβώντας τον ξοπίσω της τόσο βιαστικά ,που εκείνος κόντεψε να σωριαστεί καταγής.Κατόπιν ρίχνοντας μια βιαστική ματιά στο εσωτερικό ,άφησαν τα δάκρυα να κυλίσουν σαν χείμαρος στα χρονοσκαμένα μάγουλα.
Είχανε σωριασθεί τα πατζούρια πάνω σε ένα λοφίσκο απο πέτρες και ξύλα ,αλλά και η ξύλινη σκάλα που οδηγούσε στα πάνω δώματα,μποδιζωντάς τους να κάνουνε ένα ακόμα βήμα προς τα μέσα.
Γύρισαν τα κεφάλια ψηλά και με θλίψη αντίκρισαν τον.. ουρανό.
Πάμε να φύγουμε Μιχάλη μου,δεν είναι αυτό το σπιτικό μας,πάμε να φύγουμε σε παρακαλώ.,είπε εκείνη αποστρέφοντας το προσωπό της απ το θλιβερό θέαμα.
Όμως εκείνος, λές και δεν ήτανε σιμά της,ακούμπησε τ αυτί του σ ένα ντουβάρι καλώντας την να κάνει και εκείνη το ίδιο."ακούς Δουκισσά μου,ακούς?".Τότε πιαστήκανε χέρι χέρι και άφησαν την κρύα πέτρα να τους ταξιδέψει πίσω..εκεί που ο χρόνος ειναι αμελητέος για τα νιάτα.
Άκουσαν τους ερωτικούς αναστεναγμούς τους στο νυφικό κρεβάτι,τους πόνους της γέννας της,τα κλάμματα απο θανάτους αλλά και γέλια τρανταχτά απο γιορτές..
Αφέθηκαν έτσι για πολλή ώρα και καθώς τα γόνατα λύγισαν απ την ορθοστασία, ξάπλωσαν ο ένας δίπλα στον άλλο, θωρώντας με χαμόγελο ευτυχίας το φεγγάρι που πρόβαλε σαν κόσμημα στην άδεια οροφή με καμβά του τ αστέρια.Κάναμε το τάμα μας καλή μου,καιρός να ξεκουραστούμε της ψιθύρισε και στο κατόπιν την χουχούλιασε στην αγκαλιά του.
Το πρωί τους βρήκανε σφιχταγκαλιασμένους, με τα μάτια ορθάνοιχτα προς τα ουράνια ,εκεί που οι ερωτευμενες ψυχές συνεχίζουν το ταξίδι πιασμενες χέρι,χέρι
Μαράκος
Δημοσίευση στο stixoi.info: 25-12-2010 | |