Έρωτας Χωρίς Ανταπόκριση

Δημιουργός: zo0z31710, Εύα

παιδιά.....αυτό είναι ένα απόσπασμα από το βιβλίο που γράφω.....είμαι διατεθιμένη να λύσω κάθε απορία που θα σας δημιουργηθεί... :)

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Η Μελπομένη άνοιξε τα μάτια της όταν ήταν ακόμη νύχτα.Κοίταξε το ρολόι : 4 τα ξημερώματα.Ο ουρανός πίσσα.Σηκώθηκε,πέρασε κ από το καθιστικό και βγήκε στο μπαλκόνι.Ένα δροσερό αεράκι χάιδεψε το κορμί της.Φορούσε ένα λευκό φανελάκι κι ένα αρκετά κοντό μαύρο σορτς.Κοίταξε προς το σπίτι του Χάρη και τον είδε να της κάνει νόημα από το παράθυρο.Τι να ήθελε τέτοια ώρα;Μάλλον παρέα.Συνειδητοποίησε πως κ εκείνη χρειαζόταν.Πήρε τα κλειδιά της και κίνησε για το διπλανό σπίτι.Εκείνος την περίμενε στην πόρτα.Κάτι δεν της άρεσε πάνω του,μα δεν ήξερε τι... Ίσως αυτή η λάμψη στα μάτια του.Τον παρατήρησε.Ήταν ψηλός,μελαχρινός,ένας γοητευτικός άνδρας.Σώμα γραμμωμένο και όμορφο,τα μάτια του κατάμαυρα σαν το σκοτάδι εκείνης της νύχτας.Μα γιατί δεν προχωρούσε μαζί του;;Ήταν τόσο ελκυστικός και με θαυμάσιο χαρακτήρα!Γιατί του έλεγε όχι λοιπόν;;Ελεύθερη γυναίκα ήταν και αυτός ο άντρας την αγαπούσε!Πέρασαν μέσα και την αγκάλιασε από την μέση.Τα χέρια του ήταν τρυφερά,αλλά τα ένιωθε ξένα επάνω της.Η απάντηση στο ερώτημα που της είχε δημιουργηθεί πριν από λίγα δευτερόλεπτα μόλις είχε βροντοφωναχτεί μέσα στο κεφάλι της.Όχι.Δεν θα προχωρούσε μαζί του.Τον έβλεπε σαν φίλο.Δεν έτρεφε αισθήματα γι' αυτόν και δεν θα έπαιζε μαζί του.Δεν το άξιζε!
Έκανε να τραβηχτεί απ' την αγκαλιά του,μα εκείνος δεν την άφησε.Αντίθετα,την έσφιξε περισσότερο πάνω του.Τρόμος άρχισε να την διακατέχει.Τώρα πια είχε σιγουρευτεί πως ο Χάρης είχε πιει.Και πολύ μάλιστα..!
-Χάρη άφησέ με σε παρακαλώ!!
-Όχι...δεν σε αφήνω...είσαι δικιά μου Μένια...
-Χάρη τι λες;;Κόφ'το!Θα βάλω τις φωνές!!
-Δεν θα το κάνεις....το ξέρουμε και οι δύο αυτό...
-Μπα..?!Και τι σε κάνει τόσο σίγουρο;;
-Σε ξέρω καλά γλυκιά μου...!
Άρχισε να την φιλά με πάθος στο λαιμό και τα χέρια του ανασήκωσαν την μπλούζα της.Απελπισμένη προσπαθούσε να τον σπρώξει,τον χτυπούσε με γροθιές στα μπράτσα και του φώναζε να σταματήσει.Κι αυτός αντέδρασε δαγκώνοντάς την βίαια.Εκείνη βόγκηξε δυνατά.
Την κοίταξε..
Τον χαστούκισε...
Την κόλλησε στον τοίχο άγρια.
-Με πονάς,διάολε!!
-Όχι όσο πονούσα εγώ όταν μου έλεγες για τους γκόμενους στη Θεσσαλονίκη!!!
Τα λόγια του μετέωρα έσταζαν πίκρα,πόνο και οργή.
Τον κοίταξε βαθιά στα μάτια.
-Και θέλεις απόψε να πάρεις την εκδίκησή σου;
Είδε τα μάτια του να υγραίνουν.Αποτραβήχτηκε και την άφησε να στέκει σαστισμένη.
-Συγγνώμη.. ,ψιθύρισε,είχε θολώσει το μυαλό μου.Φύγε σε παρακαλώ.Και μην με παίρνεις τηλέφωνο απ' την Αθήνα.Μη σπαταλάω και τον χρόνο σου άδικα.
-Χάρη...
-Όχι μη λες τίποτα!Απλά..φύγε...
Τον κοίταξε με τόση οικειότητα,τόση θλίψη.Εκείνος είχε στρέψει αλλού το βλέμμα του.
Ίσιωσε την μπλούζα της,μάζεψε τα κλειδιά απ' το πάτωμα κ έκλεισε την πόρτα πίσω της.Με αργά και βαριά βήματα έφτασε ξανά στο κρεβάτι της.Ήθελε τόσο πολύ να κλάψει,μα τα δάκρυα δεν έβρισκαν διέξοδο.Είχαν πλημμυρίσει την ψυχή της, αλλά τα μάτια της τα κρατούσαν εκεί φυλακισμένα.Έτσι,έμεινε να κοιτά το ταβάνι,μέχρι που τα βλέφαρά της βάρυναν κι έκλεισαν όταν είχε πλέον ξημερώσει.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 01-01-2011