το μονοπάτι της γνωσης (επεισ 10)

Δημιουργός: marakos poureitzer, ΜΑΡΙΟΣ ΖΑΜΠΙΚΟΣ

http://www.stixoi.info/stixoi.php?info=Collections&act=details&collection=955

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

επεισ 10


"Αυτό στα σίγουρα είναι το τέλος μας ",ψέλλισε με τρόμο στ αυτί του γέροντα.
Όμως εκείνος ατάραχος δεν του απάντησε καν, παρα μόνο είχε σταυρώσει τα χέρια στο στήθος,σα να ζούσε στο δικό του κόσμο.
Ξαφνικά ένοιωσαν τα κορμιά τους να πέφτουν στο κενό,ενώ η κινούμενη άμμος έκλεινε σαν τον φακό της φωτογραφικής μηχανής πάνω απ τα κεφάλια τους,λες και ήτανε πασπαλισμένη με μια λεπτή πούδρα στο χρώμα της άμμου,ώστε ν αποτρέπει τους τυχοδιώκτες και τους ανάξιους αναζητητές της γνώσης να αποτολμήσουν να τη διαβούνε.
Προσγειώθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα πάνω σ ένα μικρό λοφίσκο από ροκανίδι,που στα σίγουρα θα έπαιζε το ρόλο της ανάσχεσης στις πτώσεις.
Κατόπιν έριξαν μια βιαστική ματιά γύρω τους,ο αναζητητής με τα φυσικά του μάτια και ο τυφλός γέροντας με τη βοήθεια του μπαστουνιού του, στρέφοντας το προς όλες τις κατευθύνσεις.
"Είμαστε σίγουρα στο σωστό δρόμο ανυπόμονε φίλε μου",τόνισε,υπενθυμίζοντας στον προστατευόμενο του να ακουμπήσει ξανά τα χέρια του στους ώμους του.
Κατόπιν ξεκίνησαν μια καινούργια πορεία σ ένα τούνελ ,που δεν φαινότανε να έχει αρχή ούτε και τέλος.
Κανένα σημείο δεν φώτιζε το χώρο, εκτός από ένα αμυδρό φώς στο βάθος.Ενας φάρος ελπίδας για τους δυό άντρες,πιότερο σημαντικός κι από ένα φλασκί με δροσερό νερό,πιο ηδονικός ακόμα κι από το κούρσεμα της γυναικείας σάρκας.
Όμως μουγκρητά και κραυγές απόγνωσης απ τους τοίχους και το ταβάνι ,τους αναστάτωσαν και επιβράδυναν τα βήματα τους.
"Είμαστε στις αρχές του 21αιώνα αναζητητή και έγιναν μεγάλες ανακατατάξεις αλλά και μετακινήσεις πληθυσμών λόγω ξηρασίας,αλλά και τοπικών πολέμων." εξήγησε ο τυφλός οδηγός,χαμηλώνοντας το κεφάλι.

" Eίναι φρικτό να πεινά και να διψά κάποιος"είπε μισοτρέμοντας ο αναζητητής .
"Αυτό είχε σαν επακόλουθο τις μετακινήσεις πληθυσμών προς το βορά, εκεί που ακόμα θα μπορούσαν να ξεδιψάσουν και να γιομίσουν τα αδειανά στομάχια τους,αλλά...."συμπλήρωσε ο γέροντας με μισόσβυστη φωνή.
Κατόπιν,σταμάτησε για λίγο τη ροή του λόγου του, καθώς τα μάτια του είχαν πλημμυρίσει από δάκρυα.Ητανε η πρώτη φορά που ο αναζητητής τον έβλεπε να κλαίει γοερά και να κρύβει το πρόσωπο του με τα χέρια του. Προσπάθησε με το μαντήλι του να του σφουγγίσει τα δάκρυα,αλλά εκείνος το απόδιωξε αποφεύγοντας να στρέψει το κεφάλι του προς το μέρος του.
Συνέχισε βιαστικά να περπατάει μπροστά ,φροντίζοντας όμως να μη κρατάει αποστάσεις από τον ακόλουθο του, ώστε να μη χάσουν τα χέρια του την επαφή με τους ώμους του.
"Μπορώ να σε ρωτήσω κάτι γέροντα?",ψιθύρισε ο αναζητητής καθώς προσπερνούσαν εικόνες φρικτές που έκοβαν την ανάσα.
"Διαισθάνομαι την ερώτηση σου φίλε μου",απάντησε εκείνος επιβραδύνοντας για λίγο.
"Θρηνούσα το τέλος της δικής μου εποχής αναζητητή".
Στη συνέχεια,άρχισε χαϊδεύοντας τους τοίχους να τους μιλά,λες και προσπαθούσε να τους κατευνάσει.
"Όταν φθάσαμε σ εκείνη τη χώρα του βορρά,μας περίμεναν με στρωμένα ναρκοπέδια ,....ΜΑΣ ΕΞΟΝΤΩΣΑΝ !"
Μετά άρχισε ξανά να κλαίει και να ζητά συγνώμη από τους τοίχους που ήδη πάλλονταν με ένα έντονο κόκκινο φως που καταύγαζε το χώρο γύρω τους."Είναι οι ψυχές εκείνων που δεν ξεδίψασαν ούτε χόρτασαν ".είπε στρέφοντας τα άδεια μάτια του προς τους τοίχους και το ταβάνι.
Μια γοερή κραυγή που ο αντίλαλος της επαναλήφθηκε πολλές φορές ,έκανε την ψυχή του αναζητητή να ριγήσει.
"Συγχωρέστε με αδέλφια που επέζησα !"



συνεχίζεται ΑΥΡΙΟ


Μαράκος

Δημοσίευση στο stixoi.info: 20-01-2011