Αντάτζιο

Δημιουργός: Θεοδώρα Μονεμβασίτη , Θεοδώρα Μονεμβασίτη

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Αυτή η γυναίκα που με άφησε στο τρένο
με χαιρετούσε και κρατούσε πιο σφικτά
ένα παιδί και ένα μέλλον ξεχασμένο.
Τι με κάνει να κλαίω είσαι πάλι εδώ
τι με κάνει να υποφέρω
σε χιλιάδες υπάρξεις πάντα ίδια εσύ
το μαλλί ελαφρά σηκωμένο
και η τσάντα με το γράμμα στο θεό
κι η γραφή μ’ αυτό το όμικρον σβησμένο
αυτός ο δρόμος που δε τέλειωσε ποτέ
αυτό το φως που οδηγούσε στο γραμμένο.

Κι εγώ αντάρτης δε φρονίμεψα ποτέ
είμαι απών σ’ απογραφές κι αποκομμένος
και τη γραμμή τη θέλω κάθετα στη γη
να ανεβώ απ’ το σκαλί το πυρωμένο
μ’ αυτόν τον έρωτα που μοιάζει με παιδί
γελάς μα τ' όνειρο το ήθελε κλαμένο
θα φύγω από τα βλέμματα μακριά.
Τρεις φωτιές που ξαναγράφουν τις ζωές
τρεις φορές που ξαναγράφω τα γραμμένα
τα βασίλεια τα μοιράζουν οι σιωπές
και στη μνήμη τα κρατώ φυλακισμένα.


Όλα γίνονται πάντα σε γη μακρινή
εκεί που άνισα μοιράζεται η γαλήνη
κι αν μονιάζουν οι εικόνες ζητούν αντοχή
οι μάχες της τάξαν ειρήνη
κάποτε κάποιος θα περίμενε πολύ
και στο ρολόι μου στερεύει το κουράγιο
ο λεπτοδείκτης το δοξάρι στο βιολί
και της αγάπης οι χορδές σ’ ένα Αντάτζιο.
Απ’ το ελάχιστο κρατάς το λιγοστό
την αναπόσπαστη αιτία με το άγιο
λιγάκι φταις που νοσταλγώ αυτή τη γη
κράτα το χέρι μου γνωρίζω πια τι κάνω.
Με τρεις γίγαντες παλεύω για τη γη
η ειρήνη κι η πραμάτεια μου στη λήξη
διορία που τη βάλανε οι θεοί
μα προλάβαν’ και τη βάλανε κι οι λύκοι
τώρα παλεύοντας με τους καιρούς
ξέρω το πότε θα νικήσω με τον νάνο
ό,τι χρωστώ σε μαζεμένους αριθμούς
και μαύρα πρόβατα που χάσαν’ τον τσοπάνο.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 02-03-2011