Η γαλήνια σου όψη

Δημιουργός: Ελένη Σ., Ελένη Σωφρονίου

Σε θυμάμαι συχνά, η νυχτιά όταν γέρνει…Σε θυμάμαι συχνά κι όταν Άνοιξη μπαίνει

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

[B]Η γαλήνια σου όψη[/B]

Πάνω σε βράχο αψηλό καθόταν και θωρούσε,
την κάθε αυγή που χάραζε, την κάθε νέα μέρα.
Μες στο ροζέ του ουρανού, στης σιγαλιάς την κλίνη
έγερνε το κεφάλι του κι άκουγε να μιλούνε,
μόνο τα τιτιβίσματα της φύσης που ξυπνούσε.
‘Κείνο συχνά που τού ‘φερνε τα δάκρυα στα μάτια
ήτανε το γλυκόλαλο κι αλάθητο αηδόνι,
όπου θαρρείς πως δόξαζε κάθε λεπτό τον Πλάστη.
Έτσι γεννιόταν η χαρά της μιας δικής του μέρας
έτσι γεννιόταν κι η χαρά στα μάτια μου κι εμένα,
κάθε που ήμουν δίπλα του και τού ‘σφιγγα το χέρι
κι ήρεμα μ’ αφηγούτανε μια πρωινή ιστορία.
Μα ‘ταν μια μέρα πού ‘μεινε η αυγή σουρουπωμένη
κι ούτε κι η φύση ξύπνησε να του χαμογελάσει.
Μόνο τ’ αηδόνι έκλεγε πα’ στ΄ άσπρα τα μαλλιά του
καθώς τον τύλιγε ο ουρανός σε κάτασπρο σεντόνι.
Έγειρε και κοιμήθηκε στης σιγαλιάς την κλίνη
στο μαξιλάρι της αυγής, στο στρώμα της γαλήνης.
Και ‘γω ξυπνώ τα πρωινά ν’ ακούσω τ’ αηδόνια
να μου μιλούν τα λόγια σου, παππού μου, μες στα χρόνια.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 08-04-2011