Αβραάμ

Δημιουργός: marakos poureitzer, ΜΑΡΙΟΣ ΖΑΜΠΙΚΟΣ

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info


Μεγαλοτσοπάνης ο φίλος μας, με αμέτρητα κατσίκια και πρόβατα, είχε καταριμάξει με το συμπάθιο ,κάθε μορφής πράσινη ανάπτυξη στη γή της Χαναάν.Εργασιομανής ακόμα και στα ογδόντα πέντε του, έγινε παράδειγμα αντοχής ,για κάθε ασφαλιστικό φορέα της εποχής του,ανεβάζοντας το προσδοκημο όριο για συνταξη στα εκατό.Το όνομα του..Αβραάμ !
Ας ρίξουμε λοιπόν μια ματιά,στη ζωή του πιο κολλητού στον Ιαχβέ και μετέπειτα γενάρχη των Εβραίων και όχι μόνο.
Ο Αβραάμ ζούσε μαζί με τη γυναίκα του τη Σάρα ,σ ένα άνετο τσαντίρι ,δίπλα σε μια πηγή νερού, που την είχε μονοπώλιο και την εκμεταλλευόταν κατά τον πιο προσοδοφόρο τρόπο.
Κάθε γουλιά την πλήρωναν με χρυσάφι οι μικροτσοπάνηδες γείτονες του για να ξεδιψάζουν τα ζώα τους.
Μαζί με το γηραιό ζευγάρι ζούσε και η ζουμπουρλούδικη η οικιακή βοηθός τους η Γάρ, εξ Αιγύπτου γάρ, που παρείχε με το αζημίωτο κάθε είδους υπηρεσία στον γερομπαμπαλή της Ιστορίας μας, από καρσιλαμάδες ως και «ασκήσεις» επι εδάφους.
Η Σάρα πια είχε γεράσει για τα καλά και δεν "φούσκωνε" ουτε σε βουλκανιζατέρ.Ετσι έδωσε το ελευθέρας στον σύζυγο της ,να «περιποιηθεί» δεόντως την Γάρ ,ώστε να του χαρίσει διάδοχο ή διαδοχέσσα .
Άλλο που δεν ήθελε εκείνος, αφού έτσι νομιμοποιήθηκαν οι γαιδουροκαβάλες που έκανε στη ζούλα και μέσα στο μαντρί με την Γάρ και θα μπορούσε πλέον να το φχαριστηθούνε φυσιολογικά πάνω στο πελώριο χαλί, χωρίς κοπριές και βελάσματα.
Η Σάρα όμως, είχε πέσει σε μαύρη κατάθλιψη ακούγοντας τα βογγητά τους και για να μη σαλέψει, το έριξε στο κέντημα.(τότε δεν υπήρχανε κανάλια τηλεόρασης για να ξεδώσει , παρα μόνο αρδευτικά).
Επιτέλους,μετά από εννιά μήνες, ακούστηκε το κλάμα ενός μωρού,που χαροποίησε τόσο τον Αβραάμ,όσο και την Γάρ,που πλέον μέσω του παιδιού, θ αποκτούσε δικαιώματα στο μαντρί και στο πλούσιο πουγκί του αφεντικού.Το παιδί ήτανε αρσενικό και του δώσανε το όνομα Ισμαήλ !
Τα έβλεπε αυτά η Σάρα και την τρώγανε τα μαύρα φίδια, καθώς θα έχανε τα προνόμια της συζύγου, λόγω στειρότητας. Άρχισε λοιπόν τις βλαστήμιες και τα μάγια, ώστε να πάθει τσιρλιακό διαρκείας το μούλικο,που άλλαξε για πάντα τη ζωή της.

Όμως λογάριασε χωρίς τον Ιαχβέ, που έσπευδε κάθε τόσο να προστατέψει τον Ισμαήλ ,με κάθε τρόπο.Μετά από δεκατρία χρόνια, που ο Αβραάμ πια δεν μπορούσε να πάρει ούτε τα ποδάρια του, έγινε το μεγάλο θαύμα.
Κάποια μέρα λοιπόν , εκεί που άρμεγε συγχυσμένη ένα τράγο, ακούστηκε φωνή μεγάλη.
«Σάρα, αποφάσισα να φουσκώσεις έστω ετεροχρονισμένα, καθώς κατάλαβα πως σε αδίκησα!»
Η Σάρα τότε έπεσε στα γόνατα, αφήνοντας τον τράγο να ουρήσει με την ησυχία του.
«Ότι πεις Κύριε, αλλά είμαι στείρα και γριά η έρμη, πως θα γίνει αυτό το θαύμα?» ψέλλισε , ξεσπώντας σε λυγμούς Μνημονιακούς..
Η φωνή τότε, την καθησύχασε κατά τον καλύτερο τρόπο.».
Σύρε και βάλε εκείνο το σέξικο νεγκλιζέ που φόραγες την πρώτη νύχτα του γάμου σου και άσε τα άλλα σ εμένα,τόπιασες το υπονοούμενο?»
«τόπιασα,τόπιασα..ή μάλλον θα το πίασω», φώναξε εκείνη κατενθουσιασμένη,σπεύδοντας στο τσαντίρι,για να εκτελέσει την εντολή του Κυρίου της.
Έτσι κι έγινε !Μόλις την αντίκρισε ο Αβραάμ μ αυτή την περιβολή, κόντεψε να πέσει ξερός απ τα γέλια. «Τι μασκαριλίκια είναι αυτά μωρή μπαμπόγρια?».Φώναξε στο τέλος γιομάτος οργή.Τελικά κλείνοντας τα μάτια του και αφού της σκέπασε το κεφάλι με μια βελέντζα, άρχισε να την οργώνει χωρίς σταματημό.
Σε εννιά μήνες, νάσου κι άλλο αρσενικό !Του δώσανε το όνομα Ισαάκ.Αυτή τη φορά, στα μαύρα πανιά ήτανε η Γάρ , που τόριξε κι εκείνη στο άρμεγμα του τράγου, αφού έχανε το παιχνίδι μέσα απ τα χέρια της.

H γέννηση του Ισαάκ έφερε μεγάλες γκρίνιες και ανακατωσούρες στο μεγαλοτσαντίρι του Αβραάμ, καθώς ο ετεροθαλής αδελφός του ο Ισμαήλ ,που ήτανε τότε δεκατριών χρόνων το πουλάκι μου, δεν έχανε την ευκαιρία να ρίχνει σκορπιούς και ταραντούλες στην κούνια του αδελφού του.Τελικά η Σάρα μπήκε στη μέση και απαίτησε απ τον Αβραάμ,να σουτάρει χωρίς τάκτ τον Ισμαήλ μετα της μητρός του, πριν αρπάξει το δρεπάνι και το παίξει ..χαρούλα.
Πολύ σύντομα λοιπόν και με συνοπτικές διαδικασίες, ελήφθη η καταδικαστική απόφαση, για εκδίωξη Ισμαήλ και της Γάρ απ την κοινή τέντα.
Κατόπιν τούτου ,ο Αβραάμ με βαριά την καρδιά ,οδήγησε τον νεαρό Ισμαήλ και την μητέρα του στα χνάρια ενός καραβανιού που είχε περάσει μπροστά απ το τσαντίρι τους,πριν μια μέρα,ώστε να τα έχουνε οδηγό στο ταξίδι τους προς την Αίγυπτο. Παράλληλα ,τους εφοδίασε με ένα φλασκί νερό, ξερούς χουρμάδες και αράπικα φιστίκια. Η έρημος ήτανε πάντοτε επίφοβη για τους ταξιδιώτες,καθώς πέραν της φοβερής ζέστης την ημέρα και της παγωνιάς τη νύχτα, είχανε ν αντιμετωπίσουν και τις οχιές «αμμοδύτες», που ξεπεταγόντουσαν μέσα από την άμμο και όποιον πάρει ο χάρος. Πέρασε μια βδομάδα και ενώ ίσα που είχανε διανύσει κάποια χιλιόμετρα μάνα και γιός,σηκώθηκε στα ξαφνικά μια αμμοθύελλα, που στην κυριολεξία έθαψε τα χνάρια του καραβανιού που είχε προηγηθεί .Μαζί όμως μ αυτά, θάφτηκαν και οι προμήθειες τους,αλλά και το φλασκί με το νερό.Γρηγορότερα απ ότι το περίμεναν, βρέθηκαν στο έλεος της ερήμου, χωρίς την παραμικρή ελπίδα για συνέχιση του ταξιδιού τους.

Τότε και ενώ κατέβαινε η αυλαία για τις ζωές τους, ανοίξανε οι βρύσες τα ουρανού και άρχισε να βρέχει καταρρακτωδώς ,ξεδιψώντας τα στεγνά λαρύγγια τους. Στη συνέχεια ,ένα υλικό που έμοιαζε με το μαλλί της γριάς χωρίς περμανάντ, άρχισε να πέφτει από ψηλά σε νιφάδες, τιγκάροντας τα άδεια στομάχια τους. Ήταν το περιβόητο «μάνα εξ ουρανού», με μικτή γεύση γλυκοπατάτας και παστρουμά .«Ισμαήλ,μή σκιάζεσαι, δεν πρόκειται να σας αφήσω στην τύχη σας, είσαι και σύ σπορά του κολλητού μου Αβραάμ,..αψούύύ» ,ακούστηκε από μια συναχωμένη φωνή μέσα από μια συστάδα σύννεφα. Πράγματι,ο πονόψυχος Ιαχβέ, δεν άφησε ούτε στιγμή τον Ισμαήλ και τη μητέρα του στην τύχη τους, μέχρι που έφτασαν με ασφάλεια σε μια μικρή παραγκούπολη της Αιγύπτου.Από κεί και πέρα,η συνέχεια της ζωής του Ισμαήλ παραμένει άγνωστη, πλην του ότι υπήρξε γεννήτορας των Ισμαηλιτών, δηλαδή των Αράβων , που από τότε έτρεφαν και τρέφουνε άσβεστο μίσος για τους Εβραίους.Με λίγα λόγια ,από τότε,ολάκερη η ανθρωπότητα πληρώνει τα σπασμένα από τα δίσπορα του γερο Αβραάμ.Όμως «όλα εδώ πληρώνονται», όπως θα διαπιστώσετε στην συνέχεια..
Πέρασαν άλλα δέκα χρόνια και ενώ ο Αβραάμ έπιασε το όριο ταχύτητας ,δηλαδή τα 120,η Σάρα δεν σταμάτησε να του ζητά καθημερινά καυτό σέξ,παρά τα 95 της.Εν τω μεταξύ ο δεκάχρονος πιά Ισαάκ τόχε ρίξει στο διάβασμα εικονογραφημένων πορνοπαπύρων ,τους οποίους του προμήθευαν με ανταλλαγή σε γίδια οι περαστικοί έμποροι. Όσο για τον Ιαχβέ,ήτανε όλο τσαντίλες που δεν μύριζε εδώ και χρόνια τσίκνα από το θυσιαστήριο της φαμίλιας.

Μια μέρα λοιπόν,ενώ όλα κυλούσανε ήρεμα, μια φωνή όλο νεύρα ακούστηκε μέσα από ένα παρκαρισμένο σύγνεφο πάνω απ το τσαντίρι τους.
«ΑΒΡΑΑΜ,ΜΕ ΞΕΧΑΣΕΣ ΒΡΕ ΓΕΡΟΓΑΙΔΟΥΡΙ?» Ο Αβραάμ τότε πετάχτηκε σαν ελατήριο απ το χαλί, ξεκολλώντας από την αφιονισμένη Σάρα,που ήδη βρισκότανε σε προοργασμική κατάσταση. Φόρεσε ότι βρήκε πρόχειρο μπροστά του, δηλαδή το νεγκλιζέ της και βγήκε έξω απ το τσαντίρι.«ΤΙ ΧΑΛΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΑ ΡΕ ΒΡΩΜΟΓΕΡΕ,ΤΟ ΓΥΡΙΣΕΣ ΚΙΟΛΑΣ ΣΤΟ ΠΙΣΩΓΛΕΝΤΙΣΜΑ ?».
Ο Αβραάμ τότε κατάλαβε πως η περιβολή του ήτανε άκρως παρεξηγήσιμη και έσπευσε να φορέσει στα σβέλτα μια ευάερη κελεμπία.«ΕΤΣΙ ΜΠΡΑΒΟ ΜΑΓΚΑ ΜΟΥ,ΑΡΣΕΝΙΚΟ ΣΕ ΘΕΛΩ ΚΑΙ ΟΧΙ ΗΜΙΤΑΣΙΟΝ ,ΟΜΩΣ ΜΕ ΕΓΡΑΨΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΛΑ ΜΕ ΤΑ ΤΣΙΚΝΙΣΜΑΤΑ!»Ο Αβραάμ τότε έπεσε στα γόνατα, εκλιπαρώντας τον Κύριο του να τον συγχωρέσει, που δεν είχε φροντίσει τόσα χρόνια να κάνει μια θυσία για πάρτι του.«ΓΙΑΥΤΟ ΚΑΙ ΘΑ ΜΟΥ ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ,ΑΝ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΕΙΣ ΝΑ ΜΟΥ ΕΙΣΑΙ ΑΚΟΜΑ ΠΙΣΤΟΣ,ΘΥΣΙΑΖΟΝΤΑΣ ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΕΤΕΡΟΧΡΟΝΙΣΜΕΝΑ ΚΑΤΙ ΤΟ ΠΟΛΥ ΔΙΚΟ ΣΟΥ,ΤΟΠΙΑΣΕΣ ΤΟ ΥΠΟΝΟΟΥΜΕΝΟ?»
Ο Αβραάμ όμως δεν πολυκατάλαβε τα λόγια του Ιαχβέ και ζήτησε διευκρινήσεις.«Αν εννοείς τη σεξουλιάρα τη Σάρα, ευχαρίστως να την ψήσω μαζί με το νεγκλιζέ της».Τότε αντάριασε ο ουρανός κι ένα αστροπελέκι έσκασε ακριβώς δίπλα του.«ΔΕΝ ΣΟΥ ΖΗΤΗΣΑ ΣΙΤΕΜΕΝΟ ΚΡΕΑΣ ΒΡΕ ΤΡΙΣΑΘΛΙΕ,ΑΥΤΗ ΝΑ ΤΗΝ ΚΡΑΤΗΣΕΙΣ ΝΑ ΣΕ ΞΕΧΑΡΜΑΝΙΑΖΕΙ ΣΤΟ ΔΙΗΝΕΚΕΣ !».Όμως ο Αβραάμ δεν το έβαζε κάτω και θύμισε στον Κύριο ότι ..«η γριά η κότα έχει το ζουμί ύψιστε..».Εκείνος όμως δεν το πήρε χιουμοριστικά και μουγκρίζοντας στην κυριολεξία, ξεκόλλησε το τσαντίρι απ τα παλούκια του.«ΚΑΙ ΠΟΙΟΣ ΣΟΥ ΕΙΠΕ ΒΡΕ ΠΟΤΑΠΕ,ΠΩς ΘΕΛΩ ΚΟΤΟΣΟΥΠΑ?» «Μα δεν έχω άλλο τίποτα να σε φιλέψω τρισμέγιστε, μήπως σου κάνω εγώ ?»
"ΕΧΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΕΧΕΙΣ ΚΑΙ ΜΑΛΙΣΤΑ.. ΓΑΛΑΚΤΟΣ! ΣΥΡΕ ΛΟΙΠΟΝ ΚΑΙ ΦΕΡΕ ΜΟΥ ΤΟΝ ΙΣΑΑΚ .ΕΤΣΙ ΜΟΝΟ ΘΑ ΜΟΥ ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ ΟΤΙ ΔΕΝ ΜΕ ΓΡΑΦΕΙΣ,ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ ΘΑ ΣΑΣ ΡΙΞΩ ΚΑΝΕΝΑ ΞΕΓΥΡΙΣΜΕΝΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΚΑΙ ΘΑ ΤΑ ΚΑΝΩ ΟΛΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΑ !»
Αυτά ήτανε τα τελευταία λόγια του Ιαχβέ και μετά έπεσε νεκρική ησυχία .Ο Αβραάμ, κάνοντας την ανάγκη φιλότιμο και λογιζόμενος την πτώχευση που τους περίμενε όλους, έσπευσε να σηκώσει απ το κρεβάτι του τον Ισαάκ και να τον οδηγήσει μισοκοιμισμένο έξω απ το μεγάλο τσαντίρι.Στην συνέχεια τον ξάπλωσε πάνω στο θυσιαστήριο και βλαστημώντας μέσα του, ετοιμάστηκε ν ανάψει φωτιά.Ευτυχώς η Σάρα κοιμόταν του καλού καιρού και δεν πήρε χαμπάρι για τα τεκταινόμενα .Ετσι τα πράγματα θα ήτανε πιο εύκολα.«ΑΝΤΕ,ΘΑ ΠΕΡΙΜΕΝΩ ΠΟΛΥ?ΘΕΛΩ ΝΑ ΜΥΡΙΣΩ ΤΣΙΚΝΑ,ΠΡΟΧΩΡΑ ΣΤΟ ΠΑΡΑΣΥΝΘΗΜΑ" !ακούστηκε μέσα απ τα σύγνεφα.
Ο Αβραάμ τότε κλείνοντας τα μάτια του, σήκωσε το μαχαίρι πάνω απ το λαιμό του μισοκοιμισμένου Ισαάκ.Ομως το χέρι του έμεινε μετέωρο,καθώς κάποια δύναμη δεν του επέτρεψε να καταφέρει το θανατηφόρο χτύπημα στο γιό του.«ΠΛΑΚΑ ΔΕΝ ΕΙΧΕ?» ακούστηκε μέσα από το σύγνεφο,μαζί με σαδιστικά χαχανητά, που έκαναν τον Αβραάμ να πάρει το πιο ηλίθιο ύφος του κόσμου.«Τόξερα πως είσαι μέγας καλαμπουρτζής Κύριε!»ψέλλισε ξεψυχισμένα. Τα χρόνια πέρασαν και η Σάρα κλώτσησε αγέρα στα 127 της, στερώντας στον Αβραάμ το ζωογόνο της σέξ. Στη συνέχεια ο «εκλεκτός του Θεού» ,μην αντέχοντας την αγαμία,ξαναπαντρεύτηκε στα 140 του την Χιττούρα, μια νεαρή γυναίκα και έκανε μαζί της άλλα 6 αγόρια. Τελικά έκλεισε τον κύκλο της ζωής του στα 175,ανεβαζοντας το προσδόκιμο όριο ζωής για τα ασφαλιστικά ταμεία στα 150.Τα παιδιά του, οχτώ συνολικά στον αριθμό μη βασκαθούνε, τον παραχώσανε με ανακούφιση σε μια σπηλιά και ζήσανε όλοι καλά και εμείς.. και μη χειρότερα.

Μαράκος

Δημοσίευση στο stixoi.info: 14-05-2011