Παμβώτις

Δημιουργός: ... άρα υπάρχω, Χρηστάκης Μπέστας

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

[font=Lucida Sans Unicode][color=black]Υγρή ομορφιά που εγκλωβίστηκες στα ύψη
τα όρη-δεσμοφύλακες τριγύρω, σε φυλάνε
ποτάμια -δάκρυα καιρών- στις ρεματιές κυλάνε
σαν επιτάσσει ο ουρανός των σύννεφων τη θρύψη.

Σταγόνες μνήμης που ενωθήκαν το κορμί σου
καθρέφτης γίνεται στιλπνός, στ' απάνεμο λιμάνι
οι θύμησες στις όχθες σου, το πιο γλυκό χαρμάνι:
δυο δόσεις νιάτα, μ’ έρωτα κι όνειρα παραδείσου.

Στις καλαμιές σου ξελογιάζονται οι φρύνοι
με το κρουστό τραγούδι τους θα ονειρευτεί η πόλη
μα οι βάρκες πάντα ξενυχτάν δετές στ’ αγκυροβόλι
θρηνώντας για την όμορφη -που χάθηκε- Φροσύνη.

Είναι φορές που ο βοριάς, ξεκόβει καλαμιώνες
σα Ροβινσώνες γνωστικοί, σ' άλλη όχθη θα ριζώσουν
κι όταν πληγώνει δεν νογά τον ίδιο μη πληγώσουν:
ο έρωτας, ο αέναος, που πλέει στους αιώνες.

Στο σώμα σου αφέθηκα κι έμαθα να επιπλέω
εσύ τον κάμπο δρόσιζες, σπαρτά για να βλαστήσουν
τα ψάρια σου τα δώρισες χιλιάδες για να ζήσουν
ο φασισμός σαν έσπειρε πείνα -πολέμου ελέω-.

Τώρα, σαν σ’ επισκέπτομαι αναπολώ τη νιότη
βαδίζω πάντα πλάι σου, κοιτάζω το βυθό σου
κι όσες φωνές προστάζουνε στη χώρα: «παραδόσου»
να ξέρουν πως θα μετρηθούν με κάθε πατριώτη.

Χέλια, Κυπρίνοι, Γουλιανοί, Τσίμες, χρυσό το Γλύνι
ζούνε μέσα στα σπλάχνα σου καθρέφτη της Σελήνης
σε αγαπώ –όπου κι αν ζω– και θα ‘θελα να γίνεις
-όταν θα φύγω απ’ τ’ όνειρο-, της στάχτης μου η γαλήνη.[/font] [/color]

Δημοσίευση στο stixoi.info: 07-01-2012