Μια φορά κι έναν καιρό

Δημιουργός: Αλέξανδρος, Αλέξανδρος

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Μια φορά και έναν καιρό δεν πήγα στο χορό,
και τα παπούτσια τρύπια μου χωρίς τους πάτους,
ρούχα σκισμένα πάντοτε που μόνο εγώ φορώ.

Τι δουλειά να έχω εγώ με κείνους και με δαύτους;
Μ’ απ’ έξω κάθησα αρκετά μέσα να δω τι γίνεται,
δεν είχε κρύο αρκετό μα χιόνιζε σαν στάχτες.

Νερό τσιμέντο λαχταρώ, όσο κι αν θες δεν πίνεται,
παρέα πεζοδρόμια, δυο κούτες και δυο γάτες.
Και δάκρυσα ζηλεύοντας όχι αυτούς μα μένα,

που όσο κι αν επιθυμούν ποτέ δε θα αποκτήσουν
πρόβληματα που όμορφα δε θα ‘τανε λυμένα,
ερείπια και χώμα γης ζωή να ξαναχτίσουν.

Δυο γόπες τότε μάζεψα, τρεμάμενα τα χέρια,
απ' το στιλπνό οδόστρωμα, μου φάνηκαν σαν δώρο.
Αλαζονεία και έπαρση, αλλοτινά μου ταίρια,

στη μοναξιά πως κάνατε τούτον εδώ το χώρο;
Τις κάπνισα σαν να ‘τανε ανάσες της ζωής μου
κι απ’ το χορό ακούγονταν γέλια και τραγούδια.

Αλαζονεία και έπαρση, εδώ είστε μαζί μου;
Στο γύφτο πως χορεύετε σα να’ στε τα αρκούδια.
Αμέσως εγκατέλειψα τη σκέψη μου να φύγω

απ’ τη ζωή που διάλεξα να έχω δικαιολογία.
Τη μία κούτα άρπαξα κι άρχισα να τη σφίγγω,
όσα και αν αγάπησα, μου φέρνουν αηδία.

Δεν είμαι άστεγος, νεκρός, μήτε και πεθαμένος,
δεν είμαι ζωντανή ψυχή, ενέργεια γεμάτος.
Είμαι αυτός που δείχνετε σαν να’ μουν ένας ξένος,

της λιγδιασμένης σας ψυχής εγώ είμαι ο πάτος.
Μια φορά κι έναν καιρό δεν πήγα στο χορό,
καθόλου δεν εχόρεψα και την ουρά μ’ αφήσαν.

Μα όσα κι αν εμίσησα, αλήθεια τώρα τα μπορώ,
αφού τα φώτα στο χορό ανάψανε και σβήσαν.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 07-03-2012