Στα μαύρα της μαλλιά σκορπούσε η θλίψη

Δημιουργός: zpeponi, Νικος

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Ένας άνθρωπος ευχάριστος,
λένε πως είμαι, όσοι με γνωρίζουν.
Τα παραμύθια κάπως έτσι αρχίζουν,
και κάπως έτσι χάνονται.

Ποτέ δεν υπήρξα λυπημένος.
Κοιτάξτε με, πλημμυρίζω από χαρά.
Τι κι αν φαντάζουν όλα λίγο ανιαρά:
Μάλλον θα ζήσω…

Ίσως πολλοί με ζήλεψαν.
Άλλοι, πολύτιμες πέτρες με φίλεψαν.
Να ξέρετε, θα σας ικανοποιήσω.
Θα φανώ αντάξιος.

Απόψε, εμπνεύστηκα.
Για χάρη σας, το μέλλον ονειρεύτηκα.
Μάζεψα συνεργάτες καταπληκτικούς
και ξεκινήσαμε.

Στήσαμε μια όμορφη σκηνή.
Φέραμε από μακρυά τους πιο άξιους.
Σηκωθείτε, θεατές, από τις θέσεις.
Χειροκροτήστε.

Ένας ξύπνησε, αργά εχθές.
Αντίκρυσε του μπάνιου τον καθρέφτη:
«Θα πετάξω, θα πετάξω σας λέω!
Δεν θα με δείτε να κλαίω»

Βαμβάκι, τα μαχαίρια σας.
Αεροστεγή, τα υπέρβαρα ξεσαλώματα.
Οι στιγμές κι αν μολύνουν τον αέρα:
Τι με νοιάζει εμένα.

Είστε όλοι καλοί φίλοι.
Γνωρίζετε λεπτομέρειες για μένα.
Με λατρεύετε, όσο κι εγώ εσάς.
Τι ευτυχισμένη ζωή!

Ένα πρωινό, μουντό πρωινό,
- ή μήπως ήταν ηλιόλουστη νύχτα -
κάνοντας ποδήλατο απάνω στην σιωπή,
πέρασα τελικά απέναντι.

Θα συνεχίσω, αγαπητέ.
Θ’ ανακαλύψω έναν τρόπο γιορτινό.
Θα μου ράψουν δαντέλες στα ρούχα,
ένα χαμόγελο στο πρόσωπο.

Θα συνεχίσω την πορεία.
Θα μεγαλουργήσω, αριστοτεχνικά.
Τα μάτια μου, με υψηλή μαεστρία,
θ’ αποκρύψουν την ψυχή.

Δεν θα φανεί αλλαγή.
Θα παραμείνουν όλα όπως ήταν πριν.
Κανένας δεν θα καταλάβει διαφορά.
Ή, έστω, θα σιωπήσει.

Ναι, φέραμε τους καλύτερους.
Χρωματιστούς τράγους με πατίνια.
Αλεπούδες που διαβάζουν ποίηση.
Ελεφαντόδοντα.

Ξημερώνει στην πόλη.
Καθένας βαδίζει στο σχοινί του.
Και διαολοστέλνει την ύπαρξη,
που του χάρισαν.

Όμως εγώ, ακούσατε,
κυρίες, κύριοι, δεν λύγισα ποτέ.
Σφίξτε μου ευλαβικά το χέρι.
Και ξεχάστε με.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 19-03-2012