Η καμπούρα

Δημιουργός: γιος της βροχής, Κωνσταντινος Πορφυρος

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Ανήμπορος πια κορμί να ορθώσω
στην καμπούρα κουβαλώ
απόκρημνες πλαγιές
και δρόμους κακοτράχαλους
πού'χω περπατημένους
ζεγμένος σα ζό,
στο χαμηλό της μέρος,τη βάση,
φυλάω πεδιάδες,όμορφους κήπους
που σα σαλιγκάρι σπιθαμή προς σπιθαμή
έχω διαβεί
υγρά χώματα που με δροσίσαν
νύχτες που φυσούσε λίβας
και μεγάλα φύλλα με φυλάξαν στη σκιά τους
ημέρες που έβρεχε δάκρυ δίχως σταματημό
λες και μόνη τους έννοια ήταν μη βραχώ,
ιδιαίτερα τα φύλλα στον κήπο του σπιτιού
τα θυμάμαι πλατιά
γερμένα πάντα προς τον ήλιο
σαν το χαμόγελο της μάνας
κοιτώντας ψηλά να ψάχνουν μόνο φως.

Μνήμες πολλές κρύβει
η καμπούρα ετούτη
μα όλοι οι δρόμοι
όσο αργά ή γρήγορα τους διάβηκα
όσα βήματα κι αν τους μέτρησα
είχαν όλοι ένα τέλος,
τα βουνά τελείωναν σαν κατηφόριζα
οι πεδιάδες συναντούσαν τη θάλασσα
πριν το χάραμα
και οι όμορφοι κήποι,
στο τέλος,
πάντα παραμόνευε ένας φράχτης ν'ανακόψει το ταξίδι
πλίθες ριγμένες άγαρμπα συναμεταξύ τους
που για να τις ξεπεράσεις
έπρεπε να γίνεις άνθρωπος ξανά

κι όλο μεγάλωνε η καμπούρα..

Πολλές ήταν οι φορές
που το ταξίδι μου έσκιαζε το τέλος
σαν ήμουν σίγουρος πως θα μ'έβρισκε
σε στιγμή ανύποπτη,σε χρόνο άγουρο
δίχως το δικαίωμα της επιλογής,
πως ο δρόμος μου θα τέλειωνε
στο ομορφότερο σημείο του,
πέρασε καιρός ώσπου να καταλάβω
πως ο φόβος αυτός
μου στέρησε πολλά όμορφα ταξίδια
και πως το ομορφότερο σημείο του δρόμου
είναι το τέλος του
τότε μονάχα είσαι πιο δυνατός
όταν φτάνεις στο τέλος
δρόμοι χωρίς τελειωμό,δίχως σκαλοπάτια
δεν έχουν ουσία
γίνονται κουραστικοί και σιγά-σιγά
αρχίζουν να παίρνουν περισσότερα απ'όσα έδωκαν.

Τώρα πια
που ανάστημα δε μπορώ να ορθώσω
με οδηγεί η καμπούρα
κουβαλά μέσα της
τα μάτια και την ψυχή μου
κρύβει σοφία η καμπούρα αυτή
εγώ,μόνο δρόμο βλέπω..

Δημοσίευση στο stixoi.info: 21-05-2012