Οδύσσεια 10 ( Αίολος, Λαιστρυγόνες και Κίρκη) Δημιουργός: Μπάμπης σας ευχαριστώ που διαβάζετε και σχολιάζετε.Καλές γιορτές!!!!!!!! Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Τα περί Αιόλου και Λαιστρυγόνων και Κίρκης
σαν φύγαμε απ'τους κύκλωπες που μας αγανακτήσαν
στης Αιολίας το νησί ,με τα ψηλά τα τείχη,
μας έριξε μοίρα καλή και η τυφλή η τύχη.
ο Αίολος, ο ηγήτορας βοριάδων και νοτιάδων,
προστάτης επιθυμιών μπαμπάδων και μαμάδων,
αφού μας εσυμπόνεσε που ήμασταν χαμένοι
μας έδωσε μια αίτηση μηχανογραφημένη.
Ιθάκη πρώτη επιλογή συμπλήρωσα με βιάση,
μα όλοι αυτό ζητήσανε κι ανέβηκε η βάση
-μάγκες ξανασκεφτείτε το ,υπάρχουν κι άλλα μέρη,
δώδεκα μήνες συνεχώς που έχει καλοκαίρι,
τόποι που θα σας δώσουνε πιο σίγουρο πακέτο,
καλή η Ιθάκη, μα ο Ποσειδών έχει προβάλει βέτο
Η γνώμη εμάς δεν άλλαζε θέλαμε την πατρίδα,
φουρτούνα δε μας έσκιαζε ούτε επετηρίδα
-ʼντε λοιπόν κυρ Λάκη μου ,μη μας τα δείχνεις μαύρα,
δώσε μας την ευχούλα σου και τη γλυκειά σου αύρα
που θα μας πάει σιγά σιγά και όμορφα στο Θιάκι
χωρίς να χρειαζόμαστε για τη ναυτία χαπάκι
Εν τέλει επείσθη,φύγαμε με τον καιρό μας πρίμα,
δεν ξέρω αν ήταν ο γάιδαρος ή το στραβό το κλήμα,
ύπνος με έπιασε βαρύς που'μου χε λείψει τόσο,
δε σκέφτηκα τη θάλασσα που είχα να οργώσω,
πίστεψα πως μονάχο του θα πάει το καράβι,
όλα είπα ο Αίολος τα έχει αναλάβει.
καθώς τη σιέστα μου έκανα κάτω απ'το σομπρέρο
οι υπόλοιποι βαρέθηκαν ,στασίασαν ,δεν ξέρω,
κι εκεί που παίζαν ήσυχα ποκίτσα με φασόλια
άνοιξαν τον περίφημο ασκό τα χαζοβιόλια
και έγινε η θάλασσα Γκουέρνικα με δίνες,
με γράψαν πόσο ξέρασα και στο βιβλίο Γκίνες
Το μακελειό μας έφερε στης Λάμος τ' ώριο κάστρο ,
Τηλέπυλος ,που έλαμπε των Λαιστρυγόνων τ'άστρο
Λαός σκληρός, αχώνευτος, σε κοίταζαν σαν να'σουν
άχρηστος που ναυάγησες, να σπάσεις, να σε πιάσουν
πάνω στη δύσκολη στιγμή και να σου πιούν το αίμα,
είχαν και καταχώρηση στα Νέα και στο Θέμα
"Ζητείται νέος ναυαγός να ομιλεί τρεις γλώσσες
με εμπειρία δεκαετή ,πνεύμα συνεργασίας,
για θέση με προοπτικές δευτέρας Παρουσίας
με μισθό απελπισίας και ωράριο Ασίας"
Εκεί χαθήκανε πολλοί ,όλοι σχεδόν οι φίλοι,
σ'αυτή τη χωροχρονική ευαίσθητη καμπύλη.
Τους έφαγε ο ανθρωπόμορφος ο σκύλος ο Αντιφάτης
κι η Ανάγκα που στα σπλάχνα τους έβαλε τα δικά της
Κι όσο τους πετσοκόβανε, τραβώ το γιαταγάνι,
κόβω τα πρυμόσκοινα του μαύρου καραβιού μου
και από θαύμα δούλεψε η τύχη μου η τεμπέλα.
ΑΙΑ Α.Ε έγραφε η ταμπέλα
που μας καλοδεχότανε τους ταλαιπωρημένους
o Ευρύλοχος με τους μισούς είπε να πάει πρώτος,
να δει, να μάθει, να μας πει, να βγούμε απ'το σκότος,
να ξέρουμε ποιοί ζουν εδώ και τι καπνό φουμάρουν,
αν είναι άνθρωποι καλοί ή θέλουν να μας γδάρουν
όσο έλειπε ,εγώ έριχνα κλεφτές ματιές τριγύρω
εύφορος τόπος, καρπερός, ποτάμια πετρελαίου,
εδώ θα εμπνεύστηκε ο Μαρξ τα Ρω του Κεφαλαίου,
Νταουτζόουνσόδεντρα ψηλά και τοκοφόροι θάμνοι,
σε μια λιμνούλα από μπετόν άγαλμα έχουν κάμνει,
φόρο τιμής στο άγνωστο, το πιο μικρό γρανάζι,
που είναι τόσο χρήσιμο και λίγο ας γκρινιάζει.
εν γένει συμπαθητικός ο προαύλιος ο χώρος,
ο Ευρύλοχος σαν γύρισε έσκουζε σαν τενόρος
-Αλί μου, αλί και σ'όλους μας, τους έκανε γουρούνια...
-Ποιός?
-Η Κίρκη με το σαντρέ μαλλί και τα ψηλά τακούνια
-κακιά σαν Αμαζόνα?
-τι να σου πω ,χειρότερη είν' η καρακαηδόνα,
ας τους κατάπινε με μιάς να γλύτωναν τους πόνους,
αυτή αν κάνουν γουρουνιές τους έταξε και μπόνους.
Σε υπερπαραγωγικότητας κελιά, τους στάβλισε ανα ζεύγη,
σαρανταπέντε βουρδουλιές έχει όποιος ξεφεύγει
Τους άντρες τότε μάζεψα που μ'είχαν απομείνει,
κάναμε ντου ελπίζοντας σε ελεημοσύνη
Δούλευα και περίμενα ,ήταν σε μίτινγκ πάντα
ενώ απεργία σχεδίαζα ίσως και Ιντιφάντα
Μια μέρα μου΄παν να με δει θέλει τ'αφεντικό μου,
της έκανε εντύπωση το βιογραφικό μου
κι ήθελε ,λέει, ν'αναφερθώ στα ιδιαίτερα της,
θα τηνε καταλάβαινα από την προφορά της
Την πόρτα χτύπησα σιγά, αντί για ναι αυτή βήχει,
βάρεσα κάτι προσοχές που θα'πεφταν οι τοίχοι
Μου'δωσε ημιανάπαυση ,έβγαλε τα γυαλιά της,
σηκώθηκε πλησίασε κόλλησε την κοιλιά της
επάνω μου και σιγανά ψιθύρισε στ'αυτί μου
-αχ πως μ'ανάβουν τ'άρμπουρα , οι ναυτικοί οι κόμποι
-παρντόν?
-γιατί? δεν δικαιούμαι εγώ να έχω ένα χόμπι?
-δε σας καταλαβαίνω
-μανάρι μου πεθαίνω,
ας δούμε αν το φάρο σου τον έχεις αναμμένο
Λέω για πλάκα θα τα λέει , ίσως είναι καψόνι
μα ξαφνικά με χούφτωσε κάτω από τη ζώνη,
το πάνω μέρος του ταγιέρ το έριξε στις πλάκες,
βράχος εγώ, σκεφτόμουνα τους άλλους τους μαλάκες
-ντυθείτε σας παρακαλώ,δείτε με σα φίλο
γιατί αλλιώς θ'αναγκαστώ εξώδικο να στείλω,
σεξουαλική παρενόχληση αλλού,όχι στον Οδυσσέα,
τη θέση σας να χάσετε δε θέλω απ'την Αία
Αυτή μου χαμογέλασε ,μ'έπιασε απ'τους αγκώνες,
της άρεσε που μάθαινα γρήγορα τους κανόνες,
και μ'έριξε στο πάτωμα να μιλήσουμε για μπίζνες
Αφού το συζητήσαμε διεξοδικά το πράγμα,
την έψησα για τους φίλους μου να κάνει ένα θαύμα.
αυτή καψούρα ήτανε, ήξερε χίλιους τρόπους,
ξανάκανε τα χοιρινά να μοιάζουν με ανθρώπους
κι όταν σχεδόν θα χρόνιζε η μυστική μας σχέση
με είδε ψυχολογικά πως είχα καταπέσει
-Θέλω να φύγω ,πνίγομαι
-υπάρχει κάποια άλλη?
-η Πηνελόπη ,την ξέχασα ,μαύρα θα έχει βάλει
-οκ ,μα ξανασκέψου το ,το Που Σου Κου ειν'αργία,
πάρε τα φιλαράκια σου, θα περάσετε μαγεία,
σας έκλεισα δωμάτια ,όλα είναι πληρωμένα,
στον ʼδη να κατέβετε να δείτε τα γραμμένα
Οι άλλοι όταν τ'άκουσαν κολώσανε για λίγο,
άντε τους λέω, ξέροντας το φόβο μου να πνίγω,
Αράχωβα μου θέλετε, γκόμενες να κοιτάτε
για ράφτινγκ στον Αχέροντα πότε θα ξαναπάτε?
κι έψαξα στο Οδόραμα που πέφτει ο Κάτω Κόσμος
τέλος κ΄ ραψωδίας
Δημοσίευση στο stixoi.info: 23-12-2005 | |