Η Μεταμόρφωση Δημιουργός: DeMaupassant, Χαλκόπουλος Κυριάκος ένα νέο διήγημα Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Η μεταμόρφωση
Κανονικά θα έπρεπε να είναι μια απο τις πιο ευτυχισμένες βραδιές της ζωής μου. Είμαι στην σχολική εκδρομή της δευτέρας Λυκείου, περιβάλλομαι απο τους συμμαθητές μου, και ίσως ακόμα και να γινόταν να ξεπεράσω την εσωστρεφή μου φύση, επιχειρώντας μια σχέση με κάποια απο τις κοπέλες της τάξης.
Αντ’ αυτού είμαι εδώ, στο λεωφορείο που μας πηγαίνει στο κέντρο της πόλης, κοιτάζω το ομοίωμά μου στο θολό παράθυρο του, και η σκέψη μου επιστρέφει πίσω στο ξενοδοχείο, και στο δωμάτιό μου.
Σε λίγο όμως το λεωφορείο θα ξεκινήσει την πορεία του μέσα στη νύχτα, ένας μαθητής ωστόσο δε θα βρίσκεται μέσα του, φωλιάζοντας αντίθετα στα έγκατα του ξενοδοχείου. Και εγώ είμαι ο μόνος που γνωρίζω γιατί, παρόλο που φυσικά πληροφόρησα τον καθηγητή που επιστατεί αυτής της βραδινής εξόδου οτι δήθεν ο συμμαθητής εκδήλωσε μια αδιαθεσία και επιθυμεί να παραμείνει στο δωμάτιο απόψε για να αναρρώσει.
Ο καθηγητής φάνηκε να προσπερνά τον σύντομο ισχυρισμό μου αδιάφορα, αν όχι και με μια υποψία ενός πονηρού χαμόγελου. Είναι αλήθεια οτι για τον Κωνσταντίνο δεν έχει καλή άποψη σχεδόν κανένας, αλλά ίσως να παρέλκει να θεωρηθεί οτι αυτή η σύμπνοια της αρνητικής γνώμης διαχέεται ως και ένα μέλος του προσωπικού των καθηγητών. Εμένα μου φαίνεται αυτό άδικο, και έτσι, ενώ το λεωφορείο ξεκινά, ενώ οι μαθητές ολόγυρα μου φωνάζουν ενθουσιασμένοι, εγώ γυρίζω με τη σκέψη μου στο δωμάτιο πίσω στο κτίριο που αφήνουμε, και στον μοναχικό του αυτή την ώρα ένοικο...
Ο Κωνσταντίνος είχε τη διπλή ατυχία να φτάσει στο σχολείο μας μόλις στην πρώτη Λυκείου, όταν φυσικά όλες οι συντροφιές των μαθητών είχαν απο χρόνια σχηματιστεί και εμπεδωθεί, και επίσης να συνοδεύσει την άφιξη του μια εξαιρετικά δυσάρεστη και καταφανώς υποκριτική επωδός μιας συμμαθήτριας. Αυτή ισχυρίστηκε στην τάξη οτι τον είχε δει, ήταν ψηλός και ξανθός, με όμορφα χαρακτηριστικά, και ο παχύς νεαρός με τα γυαλιά και το φοβισμένο βλέμμα που έφτασε σε λίγο στην τάξη είχε εξ αρχής σε βάρος του αυτό τον φαντασιακό αντίθετο πόλο του. Σύντομα έγινε φανερό οτι την ατυχία του εκείνη τη συντρόφευε ο διστακτικός του χαρακτήρας, και ολόκληρη εκείνη τη μέρα δεν είχε ανταλλάξει καν ένα λόγο με κάποιον.
Γι αυτό και στο τέλος των μαθημάτων τον πλησίασα και άρχισα να του μιλάω για κάτι. Αμέσως πιάστηκε απο τα λόγια μου, με κοίταξε με μάτια που έλαμπαν, φανερά κρίνοντας οτι αυτή την ευκαιρία να με προσεταιριστεί δεν έπρεπε να την χάσει.
Πόσο μακρινό μοιάζει τώρα, αυτό το βράδυ, εκείνο το πρωί στο σχολείο. Επικοινωνώ υποτυπωδώς με τον διπλανό μου στο λεωφορείο, και ταυτόχρονα σκέφτομαι όλα αυτά. Μας χωρίζει ενάμιση χρόνος απο εκείνο το πρωί, όμως είναι σχεδόν σαν όλα που μεσολάβησαν να έγιναν απλώς και μόνο για να φτάσουμε σε αυτή τη νύχτα.
Και επαναφέρω στη φαντασία μου μια και μοναδική μορφή. Αυτή είναι η ομοίωση του κεφαλιού ενός αμνού.
Πριν απο δύο ώρες, ενώ ακόμα ετοιμαζόμασταν για την έξοδο, μαζί και το Κωνσταντίνος, συνέβη να θεωρήσω οτι κάποιος κτύπησε στην πόρτα του δωματίου μας. Με τη ζωηρή διάθεση απο την υπόσχεση μιας όμορφης βραδιάς άνοιξα αμέσως, μόνο που δεν ήταν κανείς αν και κάποια γέλια ακούγονταν πνιχτά στις σκάλες. Μπροστά μου όμως υπήρχε κάτι, κάτω, στο διάδρομο, ήταν μια μάσκα που αναπαριστούσε την κεφαλή ενός προβάτου.
Εγώ ένοιωσα αμέσως κάτι πολύ δυσάρεστο απο αυτό. Μου θύμισε κάτι συγκεκριμένο, και αισθάνθηκα ένοχος για ό,τι είχε συμβεί. Κάποτε είχα ισχυριστεί σε κάποιος άλλους συμμαθητές μας οτι ο άνθρωπος εκείνος έμοιαζε σχεδόν το ίδιο αθώος με ένα πρόβατο, έτσι όπως κοιτούσε, απειλημένος απο τους άλλους, δίχως δυνάμεις να ανταποδώσει κάποιο κτύπημα που θεωρούσε διαρκώς οτι θα επερχόταν.
Και ορίστε που τώρα, σε αυτόν τον ανώνυμο διάδρομο του ξενοδοχείου, κάποιος είχε θυμηθεί εκείνη την παλιά μου ρήση, και άφησε αυτή τη μάσκα σαν ένα προσωπικό αστείο ενάντια σε εμένα και εκείνον που τόσο αταίριαστα συνεπώς κατά τη γνώμη του προστάτευα.
Δεν πρόλαβα να την εξαφανίσω πριν την δει ο Κωνσταντίνος. Επιχείρησα σίγουρα να τον προκαταλάβω- ήταν βέβαια αχρείαστο, δε θα υποψιαζόταν κάτι τέτοιο- ενάντια στην άποψη πως αυτό που είχε αφεθεί αναφερόταν σε εκείνον. Όπως και να είχε την σήκωσε, και τη μετέφερε στο εσωτερικό του δωματίου. Είχα την παράξενη υπόνοια, ή την ελπίδα, οτι τώρα θα την έκαιγε, θυμάμαι ακόμα πώς φαντάστηκα σε αντιδιαστολή οτι μια τέτοια εξέλιξη θα καθιστούσε αδύνατο να καλέσω κάποια κοπέλα στο δωμάτιο στη συνέχεια...
Καθώς περνά μπροστά απο τα κουρασμένα μάτια μου η πόλη με τις πλατειές της οδούς συνεχίζω την ήρεμη συζήτηση με τον άλλο συμμαθητή. Είμαι όμως χωρισμένος στα δύο, και κυριότερα σκέφτομαι τον αφημένο πίσω στο δωμάτιό μου, τον απόβλητο απο τους μαθητές, που τελικά φόρεσε κάποια στιγμή ενώ είχα γυρίσει το βλέμμα μου προς την πόρτα, τη μάσκα του προβάτου, και το επόμενο που είδα ήταν να με κοιτάει μέσα απο αυτήν!
Τον παρότρυνα να τη βγάλει, ισχυρίστηκα οτι δεν είχαμε χρόνο, αλλά φοβόμουν οτι θα με ρωτούσε αν του πήγαινε... Βέβαια δεν έγινε τίποτα τέτοιο. Μερικές φορές ύψωσε το χέρι του προς τη μάσκα, και την ακούμπησε, ή ίσως και να άρχισε να την τραβάει λιγάκι, αλλά για κάποια λεπτά παραμείναμε ο ένας απέναντι στον άλλο, εκείνος με τη μάσκα του αμνού, εγώ κοιτώντας θλιμμένα, προσπαθώντας παράλληλα να χαμογελάσω, και συλλογιζόμενος την αδικία που είχε γίνει σε βάρος του, απο τους άλλους, αλλά και απο εμένα.
Τελικά του είπα πως πρέπει να φύγουμε, και τότε αποκρίθηκε οτι δε μπορούσε να βγάλει τη μάσκα!
Τον ρώτησα τί εννοούσε. Επέμεινε οτι ήταν αδύνατο να τη βγάλει, ήταν σα να είχε κολλήσει πάνω του, εφάρμοσε με έναν αδιανόητα σφιχτό τρόπο και τώρα είχε γίνει ουσιαστικά ένα με το πρόσωπό του. Σίγουρα αστειευόταν, αλλά όταν αποκρίθηκα αυτό εκείνος ψέλλισε μόνο οτι μου έλεγε την αλήθεια, και ο τόνος της φωνής του έσπασε στην τελική λέξη με τον πιο αποκαρδιωτικό τρόπο!
Προσπάθησα να του τη βγάλω. Σκεφτόμουν την ίδια ώρα οτι, μεταφορικά, είχα εγώ βοηθήσει να του μπει η ονομασία του αμνού, και τώρα ήμουν στη θέση να επιχειρώ να τον λυτρώσω απο μια μεταφορά της, μια σκέψη που άρχισε να με ζαλίζει και την απομάκρυνα γρήγορα απο τους συλλογισμούς μου... Δε γινόταν τίποτα όμως, η μάσκα έμοιαζε όντως κολλημένη στο πρόσωπό του. Δεν είχε καν ένα λάστιχο για να δεθεί, όπως με φρίκη διαπίστωσα’ είχε απλώς γίνει ένα με τη σάρκα, σα να ήταν όχι μάσκα αλλά ένα βαμμένο προσωπείο με ανεξίτηλα χρώματα.
Καθώς μεταφερόμουν προς το ισόγειο του ξενοδοχείου για να πω στον καθηγητή οτι ο Κωνσταντίνος είχε αδιαθετήσει, διατηρούσα την έσχατη ελπίδα οτι θα κατόρθωνε με τις δικές του δυνάμεις να βγάλει τη μάσκα όταν θα γυρνούσα και πάλι στο δωμάτιο. Δεν ήθελα να τον εγκαταλείψω έτσι, να πάω εγώ στη διασκέδαση ενώ αυτός βυθιζόταν ολοένα στο φρικτό εφιάλτη!
Τώρα το λεωφορείο έφτασε στον προορισμό του. Περιμένω τη σειρά μου να περάσω στο διάδρομο του για να κατευθυνθώ απο τις σκάλες στον κρύο νυκτερινό αέρα. Οι κοπέλες που περνούν απο μπροστά μου μοιάζουν υπέροχα ντυμένες με επίσημα φορέματα, αλλά εγώ για άλλη μια φορά βρίσκομαι ο μισός πίσω σε εκείνο το δωμάτιο, στην άκρη του γνώριμου μου κόσμου σε αυτή τη πόλη, και εκεί, επιστρατεύοντας όλη μου τη δύναμη για να μη δακρύσω ξανά με αυτή την ανάμνηση, θυμάμαι τώρα τί είδα μπαίνοντας στο δωμάτιο για να πω στον Κωνσταντίνο οτι μπορεί να παραμείνει σε αυτό.
Αρχικά δεν τον είδα πουθενά. Έπειτα, κάνοντας ένα μεγάλο βήμα μπροστά, κάτω απο το κρεβάτι, φάνηκε εκείνος στα τέσσερα, να περπατάει βουβός, σαν κάποιο ζώο, άβουλο, άκριτο, εντελώς, επίφοβα αγνοώντας τις φωνές μου, κοιτώντας επίμονα την κουρτίνα και τρίβοντας το κεφάλι του σε αυτήν, απο τη μάσκα εκείνη της δυστυχίας του.
«Η μεταμόρφωση έχει πλέον ολοκληρωθεί» άκουσα κάνοντας τα πρώτα μου βήματα στο δρόμο κάποιον συμμαθητή να λέει, και κοίταξα προς την πλευρά μιας εκ των συμμαθητριών μας, που αληθινά έμοιαζε τώρα, με τα λεπτά της ρούχα, σε πλήρη αντίθεση με τη σχολική συνηθισμένη φορεσιά, πιο όμορφη, σίγουρη για τις δυνατότητές της, έτοιμη να πλησιάσει κάποιον απο εμάς που θα έκρινε οτι διακατέχεται απο την αντίστοιχη νεανική διάθεση.
Δημοσίευση στο stixoi.info: 02-10-2012 | |