Η Ιστορία της Α. και του Λ Δημιουργός: Καραμελομένος_Χιμπανζτής Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info Η ιστορία της Α. και του Λ. ήταν διαφορετική από τις άλλες. Κανείς τους δεν ήταν όμορφος, όμως, η Α. είχε 2 πράσινα ολοστρόγγυλα γοητευτικά μάτια και αυτός μια ουλή στο πρόσωπο, που τον έκανε να ξεχωρίζει.
Προτού γνωριστούν στην πραγματικότητα, είχαν γνωριστεί σε κάποιο όνειρο του Λ. Αλλά τα όνειρα, γρήγορα λησμονιούνται. Έτσι, όταν την αντίκρυσε για πρώτη φορά, ένιωσε μια ανεξήγητη οικειότητα μαζί της, χωρίς να ξέρει τον λόγο.
Για αυτήν, ο κόσμος ήταν ένα απέραντο κενό. Για αυτόν, ήταν ένα σύνολο από σχήματα και αριθμούς. Η Α. είχε σταματήσει να μιλάει, τα λόγια έντυναν, για αυτήν, τον κόσμο με τόση ματαιότητα. Αυτός, είχε τα Μαθηματικά και τον προσωπικό του υπολογιστή ως ιερά βιβλία της θρησκείας του, που εξηγούσαν τα πάντα. Τα δέντρα ήταν κύλινδροι, οι πολυκατοικίες σωστά ορθογώνια, οι μέρες αριθμοί. Ακόμα και οι ίδιοι οι άνθρωποι ήταν ένα σύνολο σχημάτων για αυτόν. Ωοειδές το κεφάλι, στρογγυλές οι παλάμες.
Κάθισαν τυχαία στο ίδιο παγκάκι, με θέα τον ματωμένο ήλιο που έδυε πάνω από την ήρεμη θάλασσα. Αυτός, για να συλλογιστεί τη λύση ενός μαθηματικού προβλήματος που τον ταλάνιζε εντόνως. Αυτή, για να απολαύσει στη σιωπή τη μαγεία του θαύματος της Φύσης. Κάθονταν δίπλα-δίπλα σιωπηλοί, δύο τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους κόσμοι, που τους ένωνε η θέα του ίδιου ματωμένου ήλιου. Εκείνη, ένιωσε την αν'αγκη να του πιάσει το χέρι. Πως θα αντιδρούσε άραγε; Ήταν ολοκληρωτικά άγνωστοι. Για λίγα δευτερόλεπτα, ο Λ. δίστασε. Έπειτα, έντρομος, τράβηξε απότομα το χέρι του και εξαφανίστηκε. Η Α. διοχέτευσε την πικρία της, ως συνήθιζε, με το λεξιλόγιο της μουσικής. Ώρες ατελείωτες άκουσε κλασική μουσική, ξαπλωμένη στο κρεβάτι της.
Ο Λ. ένιωσε περίεργα. Για πρώτη του φορά, σε εκείνα τα λιγοστά δευτερόλεπτά τους, δεν σκεφτόταν με τη λογική, παρά αισθανόταν με όλο του το είναι την όμορφη αίσθηση του αγγίγματος. Τράβηξε απότομα το χέρι του, γιατί ήταν για αυτόν κάτι πρωτόγνωρο.
Ξαναβρέθηκαν στο ίδιο παγκάκι, σαν σε κανονισμένο ραντεβού, που ,όμως, ποτέ δεν είχε κανονιστεί. Ένιωσαν χαρά, ακολουθούμενη από παγερή αμηχανία. Δεν αντάλλαξαν κουβέντα. Αυτή ήταν που τους εμπόδιζε πλέον να συναντιούνται. Αλλά δεν χάθηκαν. Μιλούσαν μέσω γραμμάτων. Μέρα παρά μέρα ο ένας άφηνε στον άλλον ένα γράμμα αφημένο στο παγκάκι τους. Αυτός, μιλούσε για την αλλαγή του Κόσμου του. Και αυτή, αυτή απαντούσε όχι με γράμματα, αλλα με νότες, γράμματα ίδιες παρτιτούρες κάποιας φανταστικής μουσικής. Ο Λ. προσπαθούσε να βγάλει κάποιο νόημα από αυτές τις ακαταλαβίστικες νότες, αλλά αυτός ήξερε μόνο αριθμούς και σχήματα.
Μιλούσαν έτσι για καιρό, ως που μια μέρα η Α. σταμάτησε να του στέλνει. Περίμενε τόσο καιρό μια απάντηση στη δική της γλώσσα. Ο Λ. πούλησε πολλά από τα υπάρχοντά του, για να αγοράσει ένα πιάνο. Έβαλε τα γράμματα της Α. σε σειρά και άρχισε δειλά-δειλά να τα παίζει με τα πλήκτρα του πιάνου. Με τον καιρό, τα έπαιζε ικανοποιητικά.
Ως σύνολο, όλα μαζί τα γράμματα ήταν κομμάτια μιας μουσικής σύνθεσης. Αγόρασε τις παρτιτούρες από έναν πλανώδιο γέρο μικροπωλητή. Έμαθε να τις παίζει και κατέγραψε όλες τις νότες του υπόλοιπου έργου σε ένα μακροσκελές γράμμα του και το άφησε στο παγκάκι τους.
Την επόμενη μέρα, κάθισαν όπως άλλοτε, μαζί. Στο ίδιο παγκάκι. Κάτω από τον ίδιο ήλιο. Η Α. άρπαξε το χέρι του, σίγουρη πια. Αυτός, το έσφιξε, πρώτη φορά και για πάντα. Η Α. δάκρυσε και τραγουδούσε ψιθυριστά νότες της σύνθεσης. Και ο Λ. χαμογέλασε, βρίσκοντας τη λύση στην πιο σημαντική εξίσωση της ζωής του. Δημοσίευση στο stixoi.info: 05-10-2012 | |